Skip to content
session_ii

Ασφάλιστρα Υγείας: η πραγματικότητα πίσω από τις αυξήσεις

Γιατί είναι ουτοπία η πρόθεση της κυβέρνησης να μπει πλαφόν

Γράφει: Χριστίνα Μωράκη

Όλοι θυμόμαστε την περίοδο στις αρχές του έτους κατά την οποία η ασφαλιστική αγορά βρέθηκε στο επίκεντρο της επικαιρότητας και οι ασφαλιστικές εταιρείες στις πρώτες γραμμές των μέσων μαζικής ενημέρωσης. 

Η δημοσιότητα φυσικά δεν ήταν αυτή που θέλαμε και επίσης δεν ήταν αυτή που μας άξιζε. Ένα δημοσίευμα, μια επερώτηση στη Βουλή και ξαφνικά οι ασφαλιστικές άρχισαν να εμφανίζονται ως άλλο ένα αδηφάγο καπιταλιστικό δημιούργημα που ρουφά το αίμα αθώων ηλικιωμένων ασφαλισμένων προκειμένου να αυξήσει τα κέρδη του – μιλάμε για τις αυξήσεις ασφαλίστρων στα μακροχρόνια συμβόλαια ασφάλισης υγείας. Εννοείται ότι οι πολιτικοί από κάθε πλευρά βρήκαν μια τέλεια ευκαιρία για να δηλώσουν τη συμπαράστασή τους στους χτυπημένους από την αδηφαγία των ασφαλιστικών ασφαλισμένους πολίτες, με αποτέλεσμα η κυβέρνηση να παρέμβει και να ζητήσει από τις εταιρείες να δηλώσουν πλαφόν 7% στις αυξήσεις των συγκεκριμένων συμβολαίων. 

Μάταια κάποιοι εκπρόσωποι της αγοράς προσπάθησαν να εξηγήσουν και προσπάθησαν να την υπερασπιστούν. Το λαϊκό αίσθημα, όπως συνήθως συμβαίνει, είχε ήδη αποφασίσει  και έτσι οι ασφαλιστικές, προσπαθώντας α) να δώσουν ένα τέλος στο γαϊτανάκι των δημοσιεύσεων και β) να δείξουν καλή θέληση προς την κυβέρνηση δέχτηκαν το πλαφόν 7%. 

Η απόφαση αυτή δικαίωσε τους απανταχού επικριτές της ιδιωτικής ασφάλισης  – που ό,τι και να συμβεί παραμένουν, μάλλον εξ πεποιθήσεως, επικριτές. Δικαίωσε επίσης το λαϊκό αίσθημα και έδωσε και ένα πόντο στην κυβέρνηση. Το θέμα μετά από λίγο, ξεχάστηκε. 

Το πρόβλημα όμως παραμένει, μάλλον οι αιτίες που καθοδηγούν τις αυξήσεις, παραμένουν, δεν εξαφανίστηκαν.  Και ήδη είμαστε στα μέσα της χρονιάς. Τι θα γίνει λοιπόν του χρόνου με τις αυξήσεις στα μακροχρόνια προγράμματα υγείας; 

Η απάντηση δόθηκε ξεκάθαρα με αφορμή τη συγκέντρωση κορυφαίων εκπροσώπων της αγοράς στο φετινό Συνέδριο της Ύδρας, όπου την τελευταία μέρα είθισται να γίνεται μια δημόσια συζήτηση αποκλειστικά για την ελληνική πραγματικότητα. 

Στο πάνελ λοιπόν που αποτελείτο από τους Πάνο Δημητρίου, Νικόλαο Μακρόπουλο και Βασίλη Χρηστίδη ( CEO Generali Hellas, Ευρώπη Ασφαλιστική και Allianz European Reliance αντίστοιχα),  με συντονίστρια την Γενική Διευθύντρια της Ένωσης Ελίνα Παπασπυροπούλου (κεντρική φωτό), ακούστηκαν τα εξής:

H ασφαλιστική αγορά δέχτηκε να συγκρατήσει τα κόστη, αλλά αυτό συνέβη μόνο μια φορά, μόνο για το 2025, και δεν πρόκειται να ξανασυμβεί. 

Ο λόγος είναι ότι τα ασφαλιστήρια πρέπει να αυξάνονται σύμφωνα με το νοσοκομειακό πληθωρισμό, δηλαδή με τις αυξήσεις στα νοσήλεια που συμβαίνουν κάθε χρόνο, καθώς και σύμφωνα με την ηλικιακή αύξηση των ασφαλισμένων και φυσικά σύμφωνα με τα κόστη που επιβάλλουν οι νέες, τεχνολογικά προηγμένες θεραπείες.  Σε αντίθετη περίπτωση, ο κλάδος υγείας, που ήδη είναι ζημιογόνος για τις εταιρείες που τον ασκούν, δεν μπορεί και δεν πρόκειται να επιβιώσει. Καμία ασφαλιστική εταιρεία δεν βγάζει κέρδη από τα ισόβια προγράμματα. 

Διότι αν τα ισόβια προγράμματα συνεχίσουν να υφίστανται χωρίς τις ανάλογες αυξήσεις, τότε η ασφαλιστική αγορά θα πρέπει να “ρίξει” τουλάχιστον 5 δις ευρώ στα αποθεματικά μελλοντικών χρήσεων για να διατηρήσει τα επίπεδα φερεγγυότητας στα οποία βρίσκεται σήμερα. Το ύψος των αποθεματικών ορίζεται βάσει των νέων διεθνών λογιστικών προτύπων IFRS 17.

Το νούμερο αυτό, που προέκυψε μετά από αναλογιστική μελέτη, αντιπροσωπεύει το ποσό που θα απαιτούνταν να διαθέτει η αγορά στο σύνολο της, με τη μορφή αποθεματικών, για να μπορεί να καλύψει μέχρι τη λήξη τους τα παλαιά κλειστά προγράμματα υγείας, εφόσον συνεχιστεί αυτό το πλαφόν του 7% ή κάποιο άλλο παρόμοιο.

Επίσης, αυτός ο υπολογισμός αφορά την αγορά ως σύνολο, κάποιες εταιρείες σαφώς είναι περισσότερο εκτεθειμένες από άλλες, κάποιες πιέζονται περισσότερο από άλλες. Αυτό το οποίο είναι κοινώς διαπιστωμένο είναι ότι τα χρήματα αυτά δεν υπάρχουν, ούτε μπορούν να βρεθούν. Δεν υπάρχουν επενδυτές που θα έβαζαν τόσο βαθιά το χέρι στη τσέπη και αν υποθέσουμε ότι υπήρχαν, τότε είναι που τα ασφάλιστρα θα εκτοξεύονταν, και όπως ειπώθηκε, η αγορά ιδιωτικής ασφάλισης υγείας θα γινόταν πραγματικό είδος πολυτελείας. 

Το πρόβλημα δημιουργούν τα συγκεκριμένα συμβόλαια και όχι τα ετησίως ανανεούμενα, δεδομένου ότι στα πρώτα δεν μπορεί να γίνει καμία παρέμβαση προκειμένου να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος που επιφέρει η αύξηση της ηλικίας ή ο πληθωρισμός, παρά μόνο η αύξηση ασφαλίστρων. Στα ετησίως ανανεούμενα μπορεί να αυξηθεί η συμμετοχή του πελάτη (deductibles) ή να διαφοροποιηθούν οι παροχές και οι όροι ώστε να μην πέσει όλος ο κίνδυνος στα ασφάλιστρα. Αποτέλεσμα βεβαίως αυτού είναι στα ισόβια προγράμματα είναι να είναι στην κυριολεξία εγκλωβισμένοι και οι ασφαλισμένοι αλλά και οι εταιρείες.

Όπως δε σε κάθε άλλο κλάδο, σε κάθε καταναλωτικό προϊόν, σε κάθε υπηρεσία, οι ετήσιες αυξήσεις είναι γεγονός παρά τις διαμαρτυρίες πολιτών και διαφόρων φορέων. Οι ασφαλιστικές εταιρείες δεν αποτελούν εξαίρεση. Αν όμως η κυβέρνηση υποχρεώσει την αγορά να ακολουθήσει συγκεκριμένο δείκτη (αυτή η λύση είναι τώρα σε διαβούλευση) τότε το μέλλον της ιδιωτικής ασφάλισης υγείας είναι πραγματικά άγνωστο.

Ο Πάνος Δημητρίου συνόψισε χαρακτηριστικά:

Αυτό που έχει βγει προς τα έξω είναι ότι για τις αυξήσεις φταίνε οι ασφαλιστικές εταιρείες. Το λέω ξεκάθαρα, όχι, δεν φταίνε οι ασφαλιστικές εταιρείες. Σε καμία περίπτωση. Δημιουργήθηκε κάκιστη φήμη για το χώρο άδικα. Κάποιοι άλλοι φταίνε. Οι πάροχοι, γιατί απο αυτούς αγοράζουμε όλο αυτό το κομμάτι της υγείας. Λύσεις σίγουρα υπάρχουν, ωστόσο δεν είδαμε να γίνεται κάτι. Μονομερώς δεν αντιμετωπίζεται το πρόβλημα. Δεν αντιμετωπίζεται με το να μην κάνουν οι  ασφαλιστικές τις αυξήσεις οι οποίες πρέπει να γίνουν. Αυτό θα μας οδηγήσει σε πέντε δισ, ουσιαστικά, επιπλέον αποθεματοποίησης, η οποία θα πρέπει να γίνει άμεσα. Όχι σε βάθος χρόνου. Άμεσα! Τα λεφτά αυτά, δεν υπάρχουν.  

Εφόσον είναι κατανοητό ότι τα κόστη νοσηλείας δεν εξαρτώνται αποκλειστικά από τις ασφαλιστικές εταιρείες, το ερώτημα είναι γιατί δεν ζητήθηκε και από τα νοσοκομεία να προβούν σε αντίστοιχες μειώσεις; Γιατί έπρεπε να λάβει όλη αυτή την αρνητική δημοσιότητα η αγορά της ιδιωτικής ασφάλισης τη στιγμή που, όπως όλοι ξέρουμε, τα νοσοκομεία χρεώνουν διπλά και τριπλά τις ίδιες παροχές όταν ο ασθενής τυγχάνει να είναι ασφαλισμένος και άρα το λογαριασμό θα πληρώσει η ασφαλιστική του; 

Σωστά παρατήρησε και η Διευθύνουσα Σύμβουλος της NN Hellas κ. Φιλιππα Μιχάλη, ότι αυτά τα διπλά στάνταρτ τιμολόγησης έχουν και σημαντική κοινωνική διάσταση: την υποβολή των -ασφαλισμένων- ασθενών σε εξετάσεις αχρείαστες, που συχνά έχουν και παρενέργειες και είναι και επίπονες, την ταλαιπωρία τους την ψυχική εκτός από την σωματική, την κατάχρηση εξοπλισμού και αναλώσιμων (42 ευρώ ένα θερμόμετρο), την καθυστέρηση στις υπηρεσίες, την επιβάρυνση του περιβάλλοντος – θα υπάρχουν σίγουρα και άλλες συνέπειες. 

Οι λύσεις που προτείνει η ασφαλιστική αγορά είναι οι εξής:

Την αυθαιρεσία στις νοσοκομειακές τιμολογήσεις μπορούν να συγκρατήσουν τα DRG’s (επίσημη κατηγοριοποίηση παθήσεων και τιμολόγηση ανά πάθηση) τα οποία η κυβέρνηση κατέστησε υποχρεωτικά στα δημόσια νοσοκομεία αλλά ακόμη δεν έχει κάνει καμία κίνηση να επιβάλλει και στις ιδιωτικές κλινικές. 

Την κατάργηση, όπως συνέβη για νέους ασφαλισμένους ως 18 ετών, του φόρου ασφαλίστρων 15% και σε ασφαλισμένους άνω των 60 ετών, που είναι αυτοί που όπως είπαμε επιβαρύνονται με τις μεγαλύτερες αυξήσεις συμβολαίων.

Υλοποίηση συμπράξεων με το δημόσιο, τα περίφημα ΣΔΙΤ για να αυξηθεί το capacity κλινών για τις ασφαλιστικές και άρα η διαπραγματευτική τους ισχύ με τις κλινικές.

Και βέβαια, θα μπορούσε να αναθεωρηθεί το πλαίσιο για την ανάπτυξη νέων νοσοκομειακών μονάδων έστω στην Αττική. Πόσα χρόνια έχουμε να δούμε νέες νοσοκομειακές μονάδες να στήνονται στη χώρα μας; Τα υφιστάμενα νοσοκομεία είναι κάτω από πανίσχυρα funds, τα οποία παγκοσμίως συμπεριφέρονται με τον ίδιο τρόπο: επενδύουν, κάθονται λίγα χρόνια, στη συνέχεια μαζεύουν τα κέρδη τους και φεύγουν. Ποια είναι η προϋπόθεση σε αυτό; Ότι πρέπει, κατά τη διάρκεια της παραμονής τους, οπωσδήποτε να έχουν κέρδη – αυτός είναι ο αποκλειστικός σκοπός υπαρξής τους παρότι με την παρουσία τους στην εκάστοτε οικονομία, ωφελούν την κοινωνία προσφέροντας κεφάλαια και δουλειές. Η περίπτωση της Ελλάδας δεν αποτελεί εξαίρεση.  Κατανοητή η ανάγκη για επενδυτές στη χώρα μας, ωστόσο το κομμάτι της ιατρικής περίθαλψης είναι ιερό και πρωτεύων. Το είπε εξαίρετα ο κ. Χρηστίδης:

Οι τιμές των ασφαλίστρων πρώτα απ’ όλα αντανακλούν τα κόστη των υπηρεσιών, το κόστος των καλύψεων. Το κράτος έχει σημαίνοντα ρόλο, ούτως ώστε να διευθετηθεί το θέμα των αυξήσεων με έναν τρόπο που μακροχρόνια θα είναι βιώσιμος για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη. Η κατάσταση όπως έχει αυτή τη στιγμή, το μόνο που κάνει είναι να επηρεάζει αρνητικά την αντίληψη του κόσμου για το τι είναι οι ασφαλιστικές και τι προσφέρει η ιδιωτική ασφάλιση. Γνωρίζοντας ότι στην Ελλάδα ήδη έχουμε πολύ χαμηλή ασφαλιστική συνείδηση, αυτός που ζημιώνεται πριν ακόμη και από τις ασφαλιστικές είναι πρώτα απ’ όλα ο πολίτης και στη συνέχεια, το ίδιο το κράτοςτο οποίο αργά ή γρήγορα θα έρθει αντιμέτωπο με την ραγδαία αύξηση του προσδόκιμου ζωής και άρα την ραγδαία αύξηση του νοσηλευόμενου πληθυσμού.

No comment yet, add your voice below!


Add a Comment

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *