Ίδιας τάξης φαινόμενο με τον Ιανό και τον Daniel – οι υπάρχουσες υποδομές διεθνώς δεν αντέχουν τέτοια φαινόμενα
Γράφει: Κατερίνα Πετρίδη
Μία άνευ προηγουμένου τραγωδία εκτυλίσσεται από χθες στη Βαλένθια της Ισπανίας, με την πρωτοφανή βροχόπτωση και τις τεράστιες επακόλουθες πλημμύρες να έχουν αφήσει πίσω τους δεκάδες νεκρούς, πολλούς αγνοούμενους και ανυπολόγιστες καταστροφές. Ο αριθμός των νεκρών ανέρχεται μέχρι στιγμής σε 95, αλλά υπάρχουν φόβοι για περισσότερους, καθώς συνεχίζονται οι προσπάθειες των σωστικών συνεργείων για εντοπισμό αγνοούμενων μέσα στις λάσπες και τα συντρίμμια.
Όπως είναι φυσικό, μαζί με τη θλίψη έχει ξεσπάσει και ένα μεγάλο κύμα οργής και κατηγοριών εναντίον των αρχών, αλλά και των μετεωρολόγων για υποτίμηση του φαινομένου, καθυστερημένη αντίδραση και μη έγκαιρη ενημέρωση των κατοίκων της περιοχής, η οποία ενδεχομένως να είχε αποτρέψει το θάνατο τόσων πολλών ανθρώπων.
Στο ερώτημα αν θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί η τραγωδία απάντησε ο κ. Ευθύμιος Λέκκας, Καθηγητής Δυναμικής Τεκτονικής, Εφαρμοσμένης Γεωλογίας & Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών στο ΕΚΠΑ, πρόεδρος ΟΑΣΠ Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας, μιλώντας σε ραδιοφωνική εκπομπή.
Ο κ. Λέκκας περιέγραψε αρχικά τις συνθήκες που προκάλεσαν την καταστροφή στη Βαλένθια, καθώς οι βροχοπτώσεις ήταν εξαιρετικά έντονες με πάνω από 400 χιλιοστά νερού μέσα σε έξι μόνο ώρες. Συγκεκριμένα αναπτύχθηκε μία ψυχρή λίμνη στην ατμόσφαιρα, με εξαιρετικά χαμηλή θερμοκρασία, η οποία συναντήθηκε με θερμές υδροφόρες αέριες μάζες, οι οποίες οφείλονται στις υψηλές θερμοκρασίες που συνεχίζουν να επικρατούν στη θάλασσα της Μεσογείου, παρά το ότι βρισκόμαστε στα τέλη του Οκτωβρίου. Οι παράμετροι που διαμορφώνουν το αποτέλεσμα αυτής της συνάντησης είναι πολλές και περιλαμβάνουν την ένταση των ανέμων, τη μορφολογία του εδάφους κ.ά. Ως εκ τούτου είναι πρακτικά αδύνατο να γίνει συγκεκριμένη και λεπτομερής πρόβλεψη για το τι θα επακολουθήσει. Το μόνο που θα μπορούσε να γίνει θα ήταν μία ενημέρωση ότι υπάρχει πιθανότητα έντονων βροχοπτώσεων, αλλά σε καμία περίπτωση πρόγνωση για το μέγεθος της έντασης του φαινομένου.
Είναι πολύ νωρίς για να αποτιμηθεί πλήρως η έκταση της πλημμύρας και το μέγεθος της καταστροφής. «Πολύ φοβάμαι ότι και οι ίδιοι οι Ισπανοί δεν έχουν συνειδητοποιήσει ακόμη τι τους έχει συμβεί», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Λέκκας, επισημαίνοντας πως το φαινόμενο που χτύπησε τη Βαλένθια είναι της ίδιας τάξης με τον Daniel και τον Ιανό, με τη διαφορά πως εκεί ο όγκος του νερού ήταν μεγαλύτερος και κινήθηκε με μεγαλύτερη ταχύτητα -τα λεγόμενα flash floods, αφήνοντας ελάχιστα περιθώρια αντίδρασης, ενώ στη Θεσσαλία οι πλημμύρες ήταν κυρίως ποτάμιες και πιο αργές. Ο πολύ μεγάλος όγκος νερού και η μεγάλη ταχύτητά του οδήγησαν στην παράσυρση μεγάλων αντικειμένων -κυρίως αυτοκινήτων- τα οποία δημιούργησαν φράγματα που ενέτειναν τα πλημμυρικά φαινόμενα. Καθοριστική στη Βαλένθια ήταν και η μορφολογία του εδάφους, η οποία διευκόλυνε την ταχεία ροή των υδάτων, πλημμυρίζοντας αστραπιαία την περιοχή και αιφνιδιάζοντας τους πάντες.
Δυστυχώς τέτοιου είδους φαινόμενα είναι τα επακόλουθα της κλιματικής κρίσης που αντιμετωπίζει ολόκληρη η ανθρωπότητα αυτή τη στιγμή και το μέγεθός τους είναι τέτοιο, που καθιστούν σχεδόν αδύνατη την όποια σαφή πρόγνωση ή, όπως επισημαίνει ο Βρετανός καθηγητής Κέβιν Κόλινς, ακόμη και αν προβλεφθούν, υπάρχουν ελάχιστα περιθώρια αποφυγής των καταστροφικών ζημιών, διότι οι υπάρχουσες υποδομές δεν είναι φτιαγμένες για να αντέξουν σε τόσο ακραία καιρικά φαινόμενα.
Οι πλημμύρες «χιλιετίας», οι τεράστιες δασικές πυρκαγιές, οι παρατεταμένες ξηρασίες φαίνεται ότι αποτελούν πλέον τη νέα κανονικότητα. Το ζήτημα είναι πόσο ανοχύρωτοι είμαστε, πόσο ευάλωτοι απέναντι στις καταστροφές που φέρνουν. Ο πολυσυζητημένος καθαρισμός των ρεμάτων μοιάζει σαν να προσπαθεί κανείς να γιατρέψει ένα σπασμένο πόδι παίρνοντας ασπιρίνη. Οι κοίτες των ρεμάτων είχαν δεκαπλάσιο πλάτος πριν την αστικοποίηση. Για να επανέλθουν στο αρχικό τους μέγεθος και να αποκατασταθεί η ομαλή ροή του νερού, θα πρέπει να γκρεμιστούν ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα, πράγμα ανέφικτο. Τα ίδια και χειρότερα ισχύουν με τα ποτάμια. Ο Κηφισός, για παράδειγμα, μπορεί να αντέξει βροχόπτωση έως 200-250 χιλιοστά. Μεγαλύτερος όγκος νερού θα οδηγήσει αναπόφευκτα στην υπερχείλισή του. Η κατάσταση επιδεινώνεται από τις μεγάλες καμένες εκτάσεις, καθώς τα δάση αναχαιτίζουν την ορμή των υδάτων.
«Μετά από κάποια όρια δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα έτσι όπως έχουμε σχεδιάσει τις πόλεις, με όλες αυτές τις παρεμβάσεις στα ρέματα και τους ποταμούς. Είναι δύσκολη εξίσωση», κατέληξε ο κ. Λέκκας, αφήνοντάς μας προβληματισμένους για τα όλο και συχνότερα ακραία καιρικά φαινόμενα, για την αδυναμία των επιστημόνων να μας προειδοποιήσουν και για την ανεπάρκεια των υποδομών μας να μας προστατέψουν.
No comment yet, add your voice below!