Ο Τραμπ ξυπνά τον δαίμονα του προστατευτισμού
Γράφει η Κατερίνα Πετρίδη
Αναμφίβολα η εξαγγελία του προέδρου Τραμπ για την επιβολή δασμών στις εισαγωγές από μία μακρά λίστα χωρών κυριαρχεί στις συζητήσεις ανά την υφήλιο, γεννώντας έντονες ανησυχίες για το τι πρόκειται να ακολουθήσει, το εύρος των επιπτώσεων, την ένταση των αντιδράσεων από τις πληττόμενες χώρες κ.λπ.
Η επιβολή δασμών -δηλαδή φόρων- στα εισαγόμενα προϊόντα ως μέσο προστασίας της εγχώριας παραγωγής δεν είναι μια καινούργια έννοια επινοημένη από τον Τραμπ. Είναι ένα πολύ παλιό οικονομικό εργαλείο, που χρησιμοποιούνταν κατά κόρον μέχρι τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ήταν μάλιστα ο πυρήνας της ανάπτυξης της αμερικανικής οικονομίας. Ήταν επίσης το κύριο μέσο αντίδρασης για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης του 1929, καθώς τα κράτη ύψωναν εμπορικά τείχη προσπαθώντας να περισώσουν τις οικονομίες τους. Το αποτέλεσμα δεν ήταν το επιθυμητό. Η ύφεση έγινε βαθύτερη, τα ποσοστά της ανεργίας αυξήθηκαν και οι εμπορικοί πόλεμοι που ξεκίνησαν οδήγησαν στη δημιουργία εκρηκτικών συνθηκών και είχαν ως επακόλουθο το ξέσπασμα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.
Το 1945, μετά το τέλος του πολέμου, αντιλαμβανόμενοι τις ολέθριες επιπτώσεις των «κλειστών» οικονομιών, οι ισχυροί της γης αποφάσισαν να προωθήσουν τις αρχές του ελεύθερου εμπορίου, δημιουργώντας για τον λόγο αυτόν παγκόσμιους οικονομικούς οργανισμούς, όπως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, η Παγκόσμια Τράπεζα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο κ.ά., οι οποίοι θα έθεταν τους κανόνες και θα επόπτευαν την ομαλή λειτουργία των συναλλαγών μεταξύ των κρατών. Οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν βασικός υποστηρικτής αυτής της προσπάθειας. Έτσι το ελεύθερο εμπόριο άνθισε και συνέβαλε στην παγκόσμια ευημερία, καθώς αφ’ ενός έφερε την οικονομική ανάπτυξη και αφ’ ετέρου έδωσε τη δυνατότητα στους καταναλωτές να προμηθεύονται καλύτερα προϊόντα σε χαμηλότερες τιμές, βελτιώνοντας το βιοτικό τους επίπεδο.
Σταδιακά το ελεύθερο εμπόριο οδήγησε στην περίφημη παγκοσμιοποίηση. Μεταξύ των κρατών αναπτύχθηκαν στενές και πολύπλοκες σχέσεις. Ένα προϊόν μπορεί να κατασκευάζεται π.χ. στη Γερμανία, αλλά κάποια εξαρτήματά του μπορεί να προέρχονται από την Κορέα και κάποιες πρώτες ύλες του από την Ινδία, ενώ μπορεί να το αγοράσει κανείς στις 50 χώρες όπου εξάγεται. Ο Τραμπ ισχυρίζεται ότι σκοπός του είναι μέσω των δασμών στα εισαγόμενα προϊόντα να αναβιώσει την αμερικανική βιομηχανία, η οποία έχει δεχθεί ισχυρά πλήγματα τις τελευταίες δεκαετίες, λόγω του ανταγωνισμού κυρίως με την Κίνα. Επιδιώκει π.χ. οι μεγάλες αυτοκινητοβιομηχανίες να επαναφέρουν τις κατασκευαστικές τους μονάδες στις ΗΠΑ και γι’ αυτό επέβαλε δασμούς 25% στα εισαγόμενα αυτοκίνητα, όπως επίσης και στα ανταλλακτικά. Το 2024 πουλήθηκαν 16,03 εκατομμύρια αυτοκίνητα στις ΗΠΑ, εκ των οποίων το 54% είχε παραχθεί στις ΗΠΑ και το 46% είχε εισαχθεί. Όμως οι αμερικανικές αυτοκινητοβιομηχανίες, όπως η Ford και η General Motors, προμηθεύονται το 45% των εξαρτημάτων τους από το Μεξικό και το 10% από τον Καναδά. Το ίδιο ισχύει και για ξένες εταιρείες, όπως η Toyota και η Honda, που διατηρούν κατασκευαστικές μονάδες στις ΗΠΑ. Οπότε δεν θα ακριβύνουν μόνον τα εισαγόμενα αυτοκίνητα, αλλά και τα αμερικανικά. Αυτό, όπως αντιλαμβάνεστε, δεν αφορά μόνον την αυτοκινητοβιομηχανία, αλλά και οποιοδήποτε άλλο προϊόν κατασκευάζεται στις Ηνωμένες Πολιτείες με πρώτες ύλες που προέρχονται από άλλες χώρες.
Η παγκοσμιοποίηση έχει απλώσει τον ιστό της παντού και είναι εξαιρετικά δύσκολο για οποιονδήποτε να απεμπλακεί από αυτήν. Οι επιπτώσεις είναι σύνθετες και σε πολλά μέτωπα. Ένα απλό παράδειγμα: Είναι πλέον ασύμφορο για την Κίνα να διοχετεύει τα προϊόντα της στην αμερικανική αγορά, με τους εξωφρενικούς δασμούς ύψους 54% που της επιβλήθηκαν. Άρα θα επιχειρήσει να βρει άλλες αγορές και πιθανότατα θα αυξήσει τις εξαγωγές της στην Ευρώπη. Έτσι όμως η ευρωπαϊκή αγορά θα δεχθεί διπλό πλήγμα, διότι αφ’ ενός θα μειωθούν οι εξαγωγές της προς τις ΗΠΑ λόγω των δασμών και αφ’ ετέρου θα αντιμετωπίσει αυξημένο ανταγωνισμό εντός των συνόρων της από τα κινεζικά προϊόντα. Αυτό που όλοι περιμένουν είναι η αντίδραση των πληττόμενων χωρών. Θα απαντήσουν με αντίστοιχα μέτρα; Θα υποκύψουν και θα δελεάσουν τον Τραμπ με ανταλλάγματα, προκειμένου να τύχουν ευνοϊκότερης μεταχείρισης; Ήδη η Κίνα εξήγγειλε δασμούς 34% στα εισαγόμενα αμερικανικά προϊόντα. Η Ελλάδα, ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, περιμένει τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η Ευρώπη μπορεί να υστερεί στρατιωτικά, αλλά παραμένει πανίσχυρη εμπορικά, καθώς αποτελεί τη μεγαλύτερη αγορά του κόσμου, τόσο στον τομέα των εισαγωγών όσο και στις εξαγωγές και ως εκ τούτου έχει την ικανότητα να απαντήσει δυναμικά στις Ηνωμένες Πολιτείες μέσω των κεντρικών της οργάνων. Βέβαια δεν πλήττονται όλες οι ευρωπαϊκές χώρες το ίδιο από την επιβολή των δασμών. Για την Ελλάδα, που ούτως ή άλλως δεν έχει μία οικονομία που βασίζεται στις εξαγωγές, το κόστος θα είναι πολύ μικρό. Το 2024 το σύνολο των εξαγωγών μας ανερχόταν σε 49,9 δισ. ευρώ και οι εξαγωγές προς τις ΗΠΑ ανέρχονταν σε 2 δισ. Για τη Γερμανία όμως τα πράγματα θα είναι πολύ πιο δύσκολα. Το 2024 το εμπορικό της πλεόνασμα έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών ανερχόταν σε 70 δισ. ευρώ. Μία άλλη λιγότερη ορατή επίπτωση ενός πιθανού εμπορικού πολέμου και «κλεισίματος» των αγορών είναι η μείωση του παγκόσμιου ΑΕΠ, η οποία θα οδηγήσει σε μείωση της ζήτησης για πολλά προϊόντα που δεν χαρακτηρίζονται ως πρώτης ανάγκης, καθώς και για διάφορες υπηρεσίες, όπως π.χ. ο τουρισμός. Κάτι τέτοιο θα είχε σοβαρότερες συνέπειες και για την ελληνική οικονομία.
Οι δασμοί όμως δεν πλήττουν μόνον τις χώρες στις οποίες επιβάλλονται, πλήττουν και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ήδη αναφερθήκαμε στο αυξημένο κόστος τόσο των εισαγόμενων όσο και των εγχώριων αγαθών τα οποία περιέχουν εισαγόμενες πρώτες ύλες, που αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε άνοδο του πληθωρισμού και συρρίκνωση της αγοραστικής δύναμης των Αμερικανών και κατά συνέπεια της ποιότητας ζωής τους. Επίσης είναι βέβαιο ότι οι αμερικανικές επιχειρήσεις θα υποστούν αντίποινα. Η Καλιφόρνια, για παράδειγμα, στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στις εξαγωγές, κυρίως στον τομέα της τεχνολογίας, αλλά και σε πολλούς άλλους. Εάν επιβληθούν δασμοί στην εισαγωγή αμερικανικών προϊόντων από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Κίνας κ.λπ., το πλήγμα γι’ αυτήν, αλλά και για όλες τις αμερικανικές εξαγωγικές επιχειρήσεις θα είναι μεγάλο.
Παρ’ όλα αυτά ο πρόεδρος Τραμπ δείχνει αποφασισμένος να προχωρήσει στην υλοποίηση του οράματός του να κάνει τις ΗΠΑ “great again” και δηλώνει πως οι δασμοί θα παραμείνουν σε ισχύ καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας του. Προσδοκά ότι το αμερικανικό δημόσιο θα εισπράξει 660 δισ. από τους δασμούς, τα οποία έχει υποσχεθεί ότι θα αναδιανείμει στους Αμερικανούς πολίτες μέσω φοροαπαλλαγών και φυσικά ότι η αμερικανική βιομηχανία θα ανθίσει και πάλι, ανοίγοντας νέες θέσεις εργασίας. Βέβαια κατά την πρώτη του θητεία, όταν επέβαλε δασμούς στα εισαγόμενα κινεζικά προϊόντα, είχε δηλώσει ότι τα έσοδα θα ανέρχονταν σε 240 δισ., αλλά τελικά εισπράχθηκαν μόνον τα μισά, αφ’ ενός διότι οι εισαγωγές μειώθηκαν και αφ’ ετέρου διότι σε πολλές περιπτώσεις βρέθηκαν τρόποι οι εισαγωγές να γίνονται μέσω τρίτων χωρών και να αποφεύγονται οι δασμοί. Οπότε μένει να δούμε τι θα καταφέρει να μαζέψει στον κουμπαρά του αυτή τη φορά. Μένει επίσης να δούμε τι θύελλες θα θερίσει κι αυτός και ο υπόλοιπος κόσμος με τους ανέμους που έσπειρε. Γιατί η ιστορία δείχνει ότι το μόνο που μπορούμε να περιμένουμε είναι θύελλες.
No comment yet, add your voice below!