Skip to content

Ζωή & Υγεία: Αυξήθηκαν οι ακυρώσεις, μειώθηκε ο τζίρος

  • Σημάδια «κόπωσης» και μεγάλες αποκλίσεις από τις τάσεις της Ευρωπαϊκής αγοράς δείχνει η Ελλάδα
  • Διαψεύσθηκαν οι προβλέψεις για αύξηση της παραγωγής το 2018
  • Με αύξηση +4,9% έκλεισε ο κλάδος στην Ευρώπη, με μείωση -2% στην Ελλάδα
  • Μέσο ασφάλιστρο υγείας στη χώρα μας 174 ευρώ, μέσο ασφάλιστρο στην Ευρώπη 1037 ευρώ
  • Ο Δείκτης Φερεγγυότητας από τους χαμηλότερους στην Ευρώπη

Γράφει ο Κοσμάς Ζακυνθινός
kosmas@underwriter.gr

Η διαρκής ασφυκτική πίεση στα νοικοκυριά της χώρας, λόγω της οικονομικής κρίσης -με κύριο χαρακτηριστικό την έλλειψη ρευστότητας και διαθέσιμου καθαρού εισοδήματος- διαμορφώνει ένα «εκρηκτικό» μείγμα στις αποδόσεις των ασφαλίστρων Ζωής και Υγείας οι οποίες “κλείνουν” με αρνητικό πρόσημο (-2%), τη στιγμή που στο σύνολο της η Ε.Ε. εμφανίζει αύξηση 4,9%.

Μεγάλο μέρος του πληθυσμού μη διαθέτοντας πόρους για ιδιωτική ασφάλιση, περιορίζεται στα είδη βασικής ανάγκης, ενώ σύμφωνα με τα ευρήματα της Ετήσιας Έκθεσης της KPMG για την Ιδιωτική Ασφαλιστική Αγορά, υπό τον τίτλο «Facing Dilemmas», παρατηρείται αύξηση των ακυρώσεων και μη ανανεώσεων των συμβολαίων.

Ο Φίλιππος Κάσσος, Γενικός Διευθυντής του Τμήματος Ελέγχου Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων της KPMG παρουσίασε την Ετήσια Έκθεση της εταιρείας για την Ιδιωτική Ασφαλιστική Αγορά, υπό τον τίτλο «Facing Dilemmas».

Η εντυπωσιακή απόκλιση μεταξύ Ελλάδας και Ευρώπης σε επίπεδο μέσης δαπάνης για ασφάλιση σε όλες τις κατηγορίες, είχε ως αποτέλεσμα τα ασφάλιστρα ανά κάτοικο στην Ελλάδα να αντιστοιχούν σε 174 ευρώ στον κλάδο Ζωής και Υγείας, τη στιγμή που στην Ευρώπη η αντίστοιχη εικόνα διαμορφώνεται στα 1.037 ευρώ. Παρόμοια εικόνα, χαμηλότερων όμως αποκλίσεων, παρατηρείται και στις Γενικές ασφάλειες (με αναλογία 178 – Ελλάδα, 621 – Ευρώπη) και στον κλάδο Αυτοκινήτου (98 Ελλάδα, 230 – Ευρώπη). Η διείσδυση των ασφαλίσεων Ζωής και Υγείας και η αυξημένη ασφαλιστική συνείδηση των κατοίκων στη δυτική και βόρεια Ευρώπη προκαλούν και την τεράστια διαφορά με την Ελλάδα σε αυτούς τους κλάδους.

Σύμφωνα με την Έκθεση της KPMG, τα ασφάλιστρα στο σύνολο τους διατηρήθηκαν και το 2017 στο επίπεδο του 2016, με τις απώλειες στις ασφαλίσεις ζωής να εξισορροπούν οι αποδόσεις στις γενικές ασφαλίσεις (αύξηση 2,10%) και του κλάδου αυτοκινήτου (αύξηση 2,32%). Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με την έκδοση Οκτωβρίου 2018 της Insurance Europe, στο σύνολο Ευρώπης (35 μέλη του Insurance Europe) για το 2017 καταγράφηκε αύξηση κατά 5% στα ασφάλιστρα της Ζωής σε σχέση με το 2016, 4,4% στις Γενικές και 3,9% στην Υγεία.

«Όπως και σε πολλούς άλλους τομείς, η ελληνική ασφαλιστική βιομηχανία δεν ακολουθεί την εξέλιξη του μέσου όρου της ευρωπαϊκής αγοράς», όπως τόνισε ο κύριος ομιλητής στην παρουσίαση της Έκθεσης, Φίλιππος Κάσσος, Γενικός Διευθυντής από το Τμήμα Ελέγχου Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων της KPMG, επισημαίνοντας ωστόσο πως «Ο δείκτης Φερεγγυότητας (SCR) κινήθηκε αυξητικά το 2017, σημειώνοντας μεταβολή 11% και αποκλιμακώνοντας ελαφρά τη διαφορά με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που ανέρχεται σε 239%. Ο δείκτης σε επίπεδο Ελλάδας, μολονότι ανήλθε στο 173% παραμένει ανάμεσα στους πιο μικρούς στην Ευρώπη. Στο ίδιο μήκος κύματος και ο δείκτης ελάχιστης κεφαλαιακής απαίτησης (MCR) που αυξήθηκε σημαντικά στο 452% σε επίπεδο Ελλάδας, αισθητά κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 648%».

Η σύνθεση της ασφαλιστικής αγοράς λόγω σταθεροποίησης της παραγωγής, παρέμενε στα ίδια επίπεδα το 2017, με τον κλάδο αυτοκινήτου να καταλαμβάνει το 47% και τις λοιπές ασφαλίσεις το 53%, ως προς την κατανομή γενικών ασφαλίσεων. Η μόνη αξιοσημείωτη μεταβολή καταγράφηκε στον κλάδο του αυτοκινήτου, συμπεριλαμβανομένων των συμπληρωματικών καλύψεων, ο οποίος μετά από συνεχή έτη πτώσης παρουσίασε μία μικρή άνοδο, κυρίως λόγω της σταθεροποίησης των τιμολογίων και της μερικής επανένταξης ανασφάλιστων οχημάτων.

Οι επενδύσεις σώζουν την κερδοφορία

Μετά τις «πιέσεις» του 2016 και τη μερική πτώση της κερδοφορίας, τα αποτελέσματα των εταιρειών πέρυσι εμφανίζονται βελτιωμένα, γεγονός που αντανακλάται σε ένα βαθμό και από την πορεία της οικονομίας. Ο μέσος όρος των 14 εκατ. ευρώ για το σύνολο των ασφαλιστικών εταιρειών θεωρείται ικανοποιητικός, λαμβάνοντας υπόψη και άλλους κλάδους της οικονομίας με πολύ χαμηλότερες αποδόσεις. Τα αποτελέσματα των εταιρειών για μία ακόμη χρονιά είναι ικανοποιητικά και ελαφρώς βελτιωμένα σε σχέση με το 2016. Η απόδοση κεφαλαίου στο 11% μετά φόρων είναι εντός του εύρους επενδυτικών αποδόσεων για την ασφαλιστική αγορά.

Η ασφαλιστική αγορά συνεχίζει να παραμένει πάνω από το μέσο όρο της ελληνικής αγοράς όσον αφορά στις επιδόσεις των εταιρειών παρά τη στασιμότητα του επιπέδου παραγωγής ασφαλίστρων, γεγονός που αναδεικνύει την ανθεκτικότητά της ακόμη και στην περίοδο της κρίσης.

Συνολικά 15 εταιρείες εντάσσονται στην κατηγορία κερδών από μηδέν έως 20 εκατ. ευρώ, 6 στην κατηγορία 20 έως 40 εκατ. ευρώ, 2 στην κατηγορία 40 εκατ. ευρώ και άνω και αντίστοιχα 2 στις ζημιογόνες. Όσον αφορά στο δείκτη Απόδοσης Ενεργητικού (ROA – Κερδοφορία/Ενεργητικό) αυτός ανήλθε για το 2017 στο 2%, ελαφρά αυξημένος από το μέσο όρο τετραετίας στο 1,9%.

Σύμφωνα με την Έκθεση, σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρώπης (65%) οι ελληνικές ασφαλιστικές επενδύουν κατά μέσο όρο 80% σε ομολογιακό χαρτοφυλάκιο, με τη διαφορά να επενδύεται σε μετοχικό χαρτοφυλάκιο και αμοιβαία κεφάλαια. Η προτίμηση των ασφαλιστών σε κυβερνητικά ομόλογα παραμένει υψηλή σε ποσοστά άνω του 75% όπου αυτό αντανακλά και την ευνοϊκή μεταχείριση των κυβερνητικών ομολόγων στο Solvency II σε σχέση με άλλες επενδύσεις.

Η προσπάθεια για ενίσχυση της εμπιστοσύνης στους νέους ελληνικούς εταιρικούς τίτλους που παρατηρήθηκε το 2016 (26%) δεν φαίνεται να επεκτάθηκε περαιτέρω το 2017 και παρέμεινε στα ίδια επίπεδα (27%). Η Έκθεση επισημαίνει τις «αδυναμίες» του Ελληνικού χρηματιστηρίου το 2018, παράλληλα με τις «σκιές» στην εμπιστοσύνη των επενδυτών σε στοιχεία και αποδόσεις των εισηγμένων, καταλήγοντας στο εύλογο συμπέρασμα, ότι δεν αναμένεται ουσιαστική στήριξη του Ελληνικού χρηματιστηρίου από τους Έλληνες ασφαλιστές.

Εισπραξιμότητα – Ρευστότητα

«Μετά από πολλά χρόνια μείωσης του δείκτη εισπραξιμότητας όσον αφορά στις εκκρεμείς απαιτήσεις από ασφάλιστρα, παρατηρούμε αύξηση κατά 3 ημέρες το 2017», όπως επεσήμανε ο κ. Φίλιππος Κάσσος, υπογραμμίζοντας πως «Το σημερινό επίπεδο παραμένει μακριά από εκείνο των 90 ημερών του 2013, θα περιμέναμε η πτωτική τάση να συνεχίζεται αργά, αλλά σταθερά, εν τούτοις δε συνέβη αυτό. Εάν αναλογιστούμε την εφαρμογή του Ν.4261/2014 για την προείσπραξη ασφαλίστρων στο αυτοκίνητο και ακόμη τους κλάδους ζωής με χαμηλό ποσό απαιτήσεων, οι ασφαλιστές φαίνεται να είναι ιδιαίτερα ελαστικοί στις εισπράξεις για τους λοιπούς γενικούς κλάδους».

Η Έκθεση επισημαίνει πως το ύψος των ανείσπρακτων ασφαλίστρων δείχνει αξιοσημείωτη αντοχή στα επίπεδα των 30 ημερών, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν ορατά σημάδια περαιτέρω βελτίωσης. Οι εταιρείες φαίνεται να συνεχίζουν τις πολιτικές αποδοχής έκδοσης συμβολαίων χωρίς προηγούμενη είσπραξη ασφαλίστρων, κάτι που θα επιφέρει και αντίκτυπο στη μετάβαση στο ΔΠΧΑ 17 και το ΔΠΧΑ 9 (Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα).

No comment yet, add your voice below!


Add a Comment

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *