Γράφει: Κατερίνα Πετρίδη
Δύο εντελώς διαφορετικές απόψεις για τις συνθήκες που επικρατούν στους κλάδους των ιδιωτικών υπηρεσιών υγείας και των ασφαλιστικών εταιρειών υποστήριξαν ο Καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Πειραιώς με ειδίκευση στα Οικονομικά της Υγείας κ. Αθανάσιος Βοζίκης και η Γενική Διευθύντρια Ανταγωνισμού της Επιτροπής Ανταγωνισμού κα Αθανασία Γαβαλά. Η συζήτηση έγινε στα πλαίσια της 6ης ετήσιας Εθνικής Συνδιάσκεψης των Εκλεγμένων στα Επιμελητήρια Διαμεσολαβητών το Σάββατο 2 Nοεμβρίου στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
Η κα Γαβαλά παρουσίασε τα αποτελέσματα έρευνας για τον ιδιωτικό τομέα υγείας και ασφάλισης, που διεξήγαγε η Επιτροπή Ανταγωνισμού, στην οποία συμμετείχαν 62 ιδιωτικοί πάροχοι υπηρεσιών υγείας και 24 επιχειρήσεις του ασφαλιστικού κλάδου. Σύμφωνα με την έρευνα, ο κλάδος ιδιωτικών υπηρεσιών υγείας παρουσιάζει μέτριο βαθμό συγκέντρωσης με 5 μεγάλους ομίλους να δραστηριοποιούνται στην αγορά. Υπάρχουν ισχυροί όμιλοι με παρουσία στα μεγάλα αστικά κέντρα τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στη δευτεροβάθμια φροντίδα υγείας. Ωστόσο καμία επιχείρηση δεν έχει δεσπόζουσα θέση. Η πλειονότητα των ερωτηθέντων θεωρεί ότι η αγορά λειτουργεί ανταγωνιστικά, ιδίως στα μεγάλα αστικά κέντρα. Οι πάροχοι ανταγωνίζονται μεταξύ τους ως προς την ποιότητα των υπηρεσιών, τον ιατρικό εξοπλισμό, την τιμολογιακή πολιτική, την γεωγραφική κάλυψη και την συνεργασία με ασφαλιστικούς φορείς. Από ορισμένες απαντήσεις, και αυτό είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον, φαίνεται ότι ο βαθμός ανταγωνισμού διαφοροποιείται ανάλογα με τη γεωγραφική περιοχή.
Στον κλάδο ασφάλισης υγείας, πάντα σύμφωνα με τη μελέτη της Επιτροπής Ανταγωνισμού, εμφανίζεται σχετικά μεγάλος αριθμός παικτών, οι οποίοι ανταγωνίζονται μεταξύ άλλων στο ύψος των ασφαλίστρων, στο εύρος των καλύψεων και στη φερεγγυότητα της συνεργασίας με παρόχους υγείας. Οι ερωτηθέντες στην έρευνα εξέφρασαν μόνον έναν προβληματισμό σχετικά με την καθετοποίηση των παρόχων στην αγορά ασφάλισης υγείας, ως συνέπεια κυρίως της εξαγοράς της Εθνικής Ασφαλιστικής από τον όμιλο CVC, για πιθανή διακριτική τιμολόγηση και καθοδήγηση των συμβεβλημένων του καθετοποιημένου ασφαλιστικού οργανισμού προς τα νοσοκομεία του ίδιου ομίλου.
Όσον αφορά τις στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό στο χώρο των ιδιωτικών νοσηλευτηρίων, εντοπίστηκαν ρυθμιστικά και πραγματικά εμπόδια εισόδου νέων παικτών. Υπάρχει ένα πολύπλοκο, ασαφές και διαρκώς μεταβαλλόμενο νομοθετικό πλαίσιο, χρονοβόρες διαδικασίες αξιολόγησης και έλλειψη επενδυτικών κινήτρων, ενώ ως πραγματικά εμπόδια αναφέρθηκαν από τους ερωτώμενους της έρευνας το υψηλό κόστος λειτουργίας, τα υψηλά επενδυτικά κεφάλαια και η δυσκολία στη σύναψη συμβάσεων. Ως πηγή στρεβλώσεων αναφέρθηκαν και οι μηχανισμοί συγκράτησης κόστους και εξορθολογισμού του κρατικού προϋπολογισμού για την υγεία.
Από την έρευνα προκύπτει ότι δεν υπάρχουν αντι-ανταγωνιστικές πρακτικές, δηλαδή παράνομες συμπράξεις και κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η ισορροπία δυνάμεων και οι εμπορικές σχέσεις μεταξύ των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και των παρόχων υγείας. Οι πάροχοι υγείας φαίνεται να έχουν μεγαλύτερη διαπραγματευτική ισχύ από τις ασφαλιστικές εταιρείες. Κάποιες μικρές και μεσαίες ασφαλιστικές εταιρείες καταφεύγουν σε ενδιάμεσους για τη συλλογική διαπραγμάτευση των συμβολαίων τους με τους παρόχους υγείας, γεγονός που μειώνει το συναλλακτικό κόστος και εξισορροπεί την ασυμμετρία διαπραγματευτικής ισχύος, αλλά εγείρει ανησυχίες ως προς την έμμεση ανταλλαγή πληροφοριών ή τη δημιουργία ενός πιθανού καρτέλ αγοραστών.
Από την πλευρά του ο κ. Βοζίκης επεσήμανε πως η αγορά των υπηρεσιών υγείας στην Ελλάδα παρουσιάζει μία τεράστια στρέβλωση, καθώς παρατηρείται μεγάλη συγκέντρωση. Οι τέσσερις πρώτες ιδιωτικές κλινικές συγκεντρώνουν περίπου το 60% των ασθενών, ενώ τα δύο πρώτα μαιευτήρια συγκεντρώνουν σχεδόν το 70% των γεννήσεων. Το ίδιο ισχύει όμως και για την ασφαλιστική αγορά, όπου οι τέσσερις πρώτες ασφαλιστικές εταιρείες συγκεντρώνουν περίπου το 85% της αγοράς.
Ένα άλλο ζήτημα που έθιξε ο κ. Βοζίκης είναι το γεγονός πως από τις δημόσιες δαπάνες χρηματοδότησης της υγείας περίπου το 55% πηγαίνει στα νοσοκομεία εξαιρουμένων των νοσοκομειακών φαρμάκων. Παράλληλα οι ιδιώτες από την τσέπη τους δίνουν το 32% για νοσοκομειακές υπηρεσίες, ποσοστό που πριν από μία δεκαετία ήταν μόνο 18%. Τα νοσοκομεία την περίοδο των μνημονίων υπέστησαν ένα τεράστιο πλήγμα και ακόμη δεν έχει κατορθωθεί να επανέλθει η επιλογή και η πρόσβαση των πολιτών στα δημόσια νοσοκομεία στο επιθυμητό επίπεδο. Αυτό φαντάζει παράδοξο δεδομένου ότι η πρόσβαση στα δημόσια νοσοκομεία είναι δωρεάν για όλους τους Έλληνες.
Αναφερόμενος στις συμβάσεις μεταξύ ασφαλιστικών εταιρειών και ιδιωτικών νοσοκομείων τόνισε πως «σίγουρα απέχουν πολύ από το πώς θα έπρεπε να είναι». Όσο για τον δείκτη υγείας του ΙΟΒΕ παραδέχτηκε πως είναι μία επιστημονική προσέγγιση, αλλά έχει διάφορα προβλήματα που συχνά οδηγούν σε διπλή, ακόμη και τριπλή επιβάρυνση των ασφαλισμένων. Αυτό που συμβαίνει στην ουσία, κατέληξε ο κ. Βοζίκης, είναι ότι τα νοσοκομεία μεταθέτουν το δικό τους επιχειρηματικό ρίσκο, τις όποιες αυξήσεις στις αμοιβές, στο κόστος των υλικών κ.λπ. στις ασφαλιστικές εταιρείες, οι οποίες με τη σειρά τους το μεταφέρουν αυτούσιο στο ασφάλιστρο που χρεώνουν στον πελάτη τους. Κλείνοντας, απηύθυνε μία παράκληση τόσο προς τους ιδιώτες παρόχους υπηρεσιών υγείας όσο και προς τους ασφαλιστές υγείας, να προτιμούν τον όρο «πολίτης» ή «ασθενής» αντί του «πελάτης», διότι έτσι «θα σας εκτιμήσουν όλοι πολύ καλύτερα».
No comment yet, add your voice below!