Skip to content

Ο Aσφαλιστής που ξεκίνησε τη βιομηχανία της δίαιτας

Μετά την πολυφαγία των εορτών οι δίαιτες και η χαμηλή σε λιπαρά διατροφή μοιάζει να είναι στο μυαλό όλων. Αυτό που ίσως κανείς δεν γνωρίζει, είναι ότι αυτή η τεράστια σε μέγεθος παγκόσμια βιομηχανία απώλειας βάρους, ξεκίνησε από έναν…Ασφαλιστή! Διαβάστε την απίστευτη ιστορία που “ψάρεψε” το Underwriter.gr:

O Louis Dablin, ο στατιστικολόγος της Metlife που διέδωσε τον ΔΜΣ και έσπειρε την πρώτη “διαιτοφρενίτιδα” στην Αμερική!

Ήταν το 1945. Ο Λούις Ντάμπλιν, στατιστικολόγος στην έδρα της Metropolitan Life (Metlife) στη Νέα Υόρκη επιθεωρούσε τα αποτελέσματα της χρονιάς και ανησυχούσε για την αντίδραση των προϊσταμένων του – τα νούμερα δεν ήταν καθόλου καλά. Ξεφυλλίζοντας συμβόλαια και παρατηρώντας τα ασφάλιστρα ζωής και υγείας που κατέβαλαν οι πελάτες της εταιρείας, συνειδητοποίησε ότι είχαν άμεση σχέση με το βάρος τους. Τότε, άστραψε στο μυαλό του μια «σατανική» ιδέα: αν μείωνε το όριο κιλών, πάνω από το οποίο ο ασφαλισμένος θα κατατάσσονταν ως υπέρβαρος ή παχύσαρκος, θα μπορούσε να αυξήσει τα ασφάλιστρα δεκάδων χιλιάδων πελατών μέσα σε μια νύχτα – ήταν γνωστό ήδη από τις αρχές του 20ου αιώνα, ότι το αυξημένο βάρος δημιουργούσε επιπλοκές στην υγεία.

Για να κάνει όμως κάτι τέτοιο θα έπρεπε να μπορεί να βασίσει κάπου την πράξη του, ιδανικά, θα έπρεπε να έχει τη συμβολή της επιστήμης. Ψάχνοντας ακόμη περισσότερο, ο δαιμόνιος υπάλληλος, έπεσε πάνω στον περίφημο Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) ο οποίος είχε πρωτοεφευρεθεί ως μέτρηση τον 19ο αιώνα από έναν εξέχοντα Βέλγο αστρονόμο και μαθηματικό, με αγάπη για την στατιστική – έναν από τους θεμελιωτές της στατιστικής επιστήμης. Παθιασμένος με τη συλλογή στοιχείων, ο Αδόλφος Κετελέ (αυτό ήταν το όνομά του), θεωρούσε ότι τα συμπεράσματα παράγονται από τα μεγάλα νούμερα – από τη μελέτη δηλαδή, ολόκληρων πληθυσμών.

Σε κάποια φάση της ζωής του, ίσως λόγω της αγάπης του για την ζωγραφική, ο Βέλγος αστρονόμος άρχισε να ασχολείται εντατικά με την μέτρηση του ανθρώπινου σώματος και λίγο αργότερα, διαμόρφωσε την θεωρία του για την φυσιολογική διάπλαση του «μέσου ανθρώπου».

Η ανθρωπότητα άλλωστε πάντα αναζητούσε «σταθερές» με βάση τις οποίες να αντιλαμβάνεται τι είναι φυσιολογικό, σωστό, ηθικό – έτσι ώστε να μπορούν οι άνθρωποι να οργανώνονται, να πορεύονται αλλά και να κρίνουν ο ένας τον άλλον. Ένα «μέσο» σωματικό μέγεθος, μια βάση για να σχεδιάζονται καναπέδες, κρεβάτια, θέσεις στα τραίνα, στολές και ρούχα, εργαλεία, μερίδες φαγητών και ποτών, ήταν απαραίτητη.

O εφευρέτης του “Δείκτη Μάζας Σώματος”, Adolphe Quetelet

Ο Βέλγος συγκέντρωσε πληροφορίες για το ύψος και το βάρος διαφορετικών πληθυσμών και εφήυρε την εξίσωση που συνέδεε το βάρος με το ύψος – το σημερινό στάνταρ για την ένδειξη παχυσαρκίας. Έτσι προέκυψε ο γνωστός Δείκτης Μάζας Σώματος, ο οποίος υπολογίζεται διαιρώντας το βάρος (σε κιλά) με το τετράγωνο του ύψους (σε μέτρα).

Το δαιμόνιο στέλεχος της Metlife είδε ότι, χρησιμοποιώντας την τεχνική του Βέλγου Κετελέ, ο μισός Αμερικανικός πληθυσμός θα μπορούσε να βγει «υπέρβαρος» ή και «παχύσαρκος».

Ο Λούις Ντάμπλιν, αγνόησε το γεγονός ότι η μέτρηση του Βέλγου επιστήμονα είχε γίνει με μέσο όρο ηλικίας τα 25 έτη – γιατί τότε ένας 25χρονος θεωρούνταν σχεδόν μεσήλιξ. Έτσι, πήρε το «ιδανικό βάρος» που είχε ορίσει ο Βέλγος, και το εφάρμοσε σε όλους τους ασφαλισμένους της Metlife, ανεξαρτήτως φύλου, σωματικής διάπλασης και τρόπου ζωής. Στοιχεία, που σύμφωνα με μετέπειτα ερευνητές, διαφοροποιούν την ερμηνεία της μέτρησης ακόμη και αν το αποτέλεσμα είναι το ίδιο από άτομο σε άτομο.

Σήμερα για παράδειγμα, είναι γνωστό ότι όσο μεγαλώνει κάποιος, τόσο μικραίνουν οι πιθανότητες να πετύχει το βάρος που είχε στα 25 του – θεωρείται σχεδόν ακατόρθωτο.

Μια άλλη αστοχία της συγκεκριμένης μέτρησης είναι ότι συγχέει την πυκνότητα των μυών με το λίπος, δηλαδή δεν λαμβάνει υπόψη αν το βάρος αποτελείται απο λίπος ή μύες. Έτσι αν μετρήσει κανείς τον ΔΜΣ του Γιουσεϊν Μπόλτ, του γρηγορότερου ανθρώπου στον κόσμο, θα δει ότι είναι παχύσαρκος! Επίσης δεν λαμβάνει υπόψη τους διαφορετικούς σωματότυπους. Σήμερα, πολλοί μετρούν την περίμετρο της μέσης ή της κοιλιακής χώρας σε σχέση με το ύψος για να κρίνουν πόσο παχύσαρκος είναι κάποιος. Την εποχή εκείνη πάντως, ο ΔΜΣ φάνταζε επιστημονικά έγκυρος και το ζητούμενο ήταν να δημιουργηθεί ένα σημείο αναφοράς για την παχυσαρκία.

Αν τα κίνητρα του Ντάμπλιν και της MetLife ήταν να μεγιστοποιήσουν τις αποδόσεις του χαρτοφυλακίου τους ή απλά να τυποποιήσουν μια κατάσταση υγείας, κανείς δεν γνωρίζει με σιγουριά. Το σίγουρο είναι ότι με το που εκδόθηκαν οι πρώτοι πίνακες «επιθυμητού βάρους» άρχισε να δημιουργείται άγχος στην αμερικανική κοινή γνώμη.

Ούσα η πρώτη εταιρεία που έφερε το θέμα στην επιφάνεια, η Metlife άρχισε να ταυτίζεται ως το εμπορικό σήμα το οποίο θα μπορούσε να εμπιστευτεί κανείς γύρω από οτιδήποτε είχε να κάνει με τη διατροφή και το επιθυμητό βάρος.

Τα καταστήματα τροφίμων, τα ιατρικά γραφεία και τα εμπορικά κέντρα σε ολόκληρη την Αμερική άρχισαν να εγκαθιστούν ζυγαριές με το λογότυπο της MetLife επάνω. Οι ανήσυχες νοικοκυρές και οι ανήσυχοι επιχειρηματίες που ζυγίζονταν και έβλεπαν ότι ήταν υπέρβαροι, επισκέπτονταν τους γιατρούς τους, οι οποίοι τους επιβεβαίωναν ότι ο ΔΜΣ ήταν ανησυχητικός. Αυτό το πρόσθετο βάρος, έλεγαν, είναι μια ωρολογιακή βόμβα.

Οι εφημερίδες διέσπειραν ένα κύμα πανικού γύρω από το πάχος. Άτομα με ιδιαίτερα υψηλό ΔΜΣ πληροφορήθηκαν ότι βρίσκονταν σε άμεσο κίνδυνο για καρδιακή προσβολή ή εγκεφαλικό επεισόδιο. Ωστόσο, η βοήθεια ήταν κοντά.

Εν τω μεταξύ, οι πίνακες της εταιρείας, που δεν λάμβαναν καθόλου υπόψη τους την ηλικία αλλά παρουσίαζαν εντελώς αυθαίρετα και υποκειμενικά, τρεις σωματότυπους – έναν «μικρό», έναν «μεσαίο» και έναν «μεγάλο» έγιναν σημείο αναφοράς για δεκαετίες ολόκληρες. Ο κάθε πολίτης έβλεπε αν ήταν αδύνατος, υπέρβαρος ή παχύσαρκος με βάση τον ΔΜΣ που αφορούσε τον σωματότυπό του.

Το 1960 οι New York Times μετέδωσαν για πρώτη φορά ένα περίεργο φαινόμενο που σάρωνε την Αμερική. Οι μητέρες ανακάτευαν το γάλα του μωρού τους με νερό ή άλλα συστατικά ώστε να το πίνουν και οι ίδιες. Είχαν ανακαλύψει ότι τρεφόμενες κατά βάση με υγρά και όχι στερεά τροφή, έχαναν βάρος.

Η Mead Johnson & Company, καθιερωμένη εταιρεία βρεφικής κρέμας, εντόπισε το κενό στην αγορά και λάνσαρε το Metrecal, το πρώτο διαιτητικό ρόφημα με μορφή σκόνης. Ο επικεφαλής του τμήματος μάρκετινγκ της εταιρείας επινόησε την ονομασία παντρεύοντας τις λέξεις «μετρητής» και «θερμίδες». Στη συνέχεια, προσέλαβε μια τηλεδιατροφολόγο διασημοτήτων για να γίνει το πρόσωπο του Metrecal.

Η αναπαραγωγή του ΔΜΣ από τον Λούις Ντάμπλιν είχε «πετύχει» κατά λάθος την πρώτη βιομηχανοποίηση της δίαιτας. Οι δίαιτες δεν ήταν πλέον φαντασιοπληξία, αλλά μια επιστήμη, με πολυεθνικές όπως η Mead Johnson πρόθυμες να γίνουν οι πρώτες που θα προσέλκυαν την δυνητικά τεράστια, νέα αγορά. Όπως και ο ΔΜΣ, το Metrecal ακουγόταν επιστημονικό.

Τα πειράματα της Μινεσότα

Σχεδόν δύο μέτρα κάτω από το γήπεδο ποδοσφαίρου της Minnesota Golden Gophers βρίσκεται ένα δίκτυο υπόγειων τούνελ και κελιών. Εν έτει 1944 και ενώ την Ευρώπη μάστιζε ο υποσιτισμός,  η κυβέρνηση των ΗΠΑ θέλησε να ανακαλύψει τι θα συνέβαινε αν η Αμερική αντιμετώπιζε παρόμοια χρόνια έλλειψη τροφίμων.

Ο διάσημος διατροφολόγος Δρ. Αντσελ Κης, που είχε δημιουργήσει την πρώτη θερμιδική μπάρα στον κόσμο, για τόνωση των στρατιωτών του β’ παγκοσμίου πολέμου, το πρώτο στην ουσία, ενεργειακό σνακ, συγκέντρωσε 36 αντιρρησίες συνείδησης και τους έριξε νηστικούς στα τούνελ, προκειμένου να μελετήσει τις συνέπειες της συστηματικής στέρησης τροφής – κρυφά φυσικά από την κοινή γνώμη. (Στη δεκαετία του 1960, απέκτησε διεθνή φήμη προωθώντας τη «μεσογειακή διατροφή». Εμφανίστηκε στο εξώφυλλο του περιοδικού Time και τον αποκάλεσαν «το νέο γκουρού της διατροφής», αλλά το 1944 εργαζόταν μυστικά για την αμερικανική κυβέρνηση).

Οι δύσμοιροι άνδρες απλά τρελάθηκαν. Στα ημερολόγιά τους, ήταν ξεκάθαρη η εμμονή τους για το φαγητό, φαντασιώνονταν συνέχεια και περιέγραφαν, όλα όσα θα έτρωγαν όταν θα τελείωνε το πείραμα. Όταν τους επιτρεπόταν να πάνε στο γήπεδο του ποδοσφαίρου πάνω από τα κελιά, κάποιοι προσπάθησαν να φάνε ακόμα και το γρασίδι. Ένας από αυτούς δάγκωσε έναν επιστήμονα, ένας άλλος έφτασε στο σημείο να κόψει τρία από τα δάχτυλά του με ένα τσεκούρι.

Ωστόσο, αυτό που εξέπληξε τον Δόκτορα Κης περισσότερο από όλα, ήταν αυτό που συνέβη όταν άρχισε να τους ταΐζει ξανά. Οι νηστικοί αντιρρησίες άρχισαν να παχαίνουν πολύ γρήγορα. Μάλιστα, δεν αναπλήρωναν απλά το βάρος που είχαν χάσει, αλλά ξεπέρασαν το ανώτατο όριό τους και συνέχισαν να παίρνουν βάρος. Συνειδητοποίησε, λοιπόν ότι η δίαιτα είχε αλλάξει τον μεταβολισμό τους, κάνοντάς τους να έχουν τάση για πάχος, χαρακτηριστικό που δεν διέθεταν πριν!

Οι ερευνητές που μελέτησαν τα πειράματα του Κης, κατέληξαν ότι παρουσιάζουν αδιάσειστα στοιχεία για το ότι οι δίαιτες, έτσι όπως τις έχουν στο μυαλό τους γενικά οι άνθρωποι, δεν αποδίδουν. Και όχι μόνο αυτό. Όσοι καταφέρνουν να χάσουν κάποια κιλά, με την πάροδο του χρόνου, ξαναπαχαίνουν. Στη συνέχεια, επειδή αυτά τα επιπλέον κιλά δεν τα θεωρούν συνέπεια της δίαιτας, επιστρέφουν ξανά στις ίδιες δίαιτες με αποτέλεσμα να μπαίνουν στο φαύλο κύκλο της αυξομείωσης του βάρους…

Το πείραμα του Κης θα μπορούσε να έχει σημάνει το τέλος της βιομηχανίας της δίαιτας πριν ακόμα αυτή ξεκινήσει. Αντίθετα όμως, παρείχε ένα πιθανό επιχειρηματικό μοντέλο. Πριν τον πόλεμο, υπήρχε μανία με τις διατροφές, αλλά ποτέ η δίαιτα δεν αποτέλεσε μια οργανωμένη υπόθεση πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ο Κης τα άλλαξε όλα αυτά, δίνοντας στη βιομηχανία της δίαιτας την επιστημονική επιβεβαίωση ότι εδώ θα μπορούσε να υπάρξει μια μακροχρόνια επιχείρηση.

Η παράλογη πραγματικότητα

Εάν αγοράσουμε ένα αυτοκίνητο και δεν λειτουργεί, το πάμε πίσω στον έμπορο και παίρνουμε ένα καινούργιο αλλά αν αποτύχει μια δίαιτα, τότε λέμε στον εαυτό μας ότι φταίμε εμείς και συνεχίζουμε. Η βιομηχανία απώλειας βάρους και ελέγχου των κιλών στις ΗΠΑ ανέρχεται σε περίπου 72 δις δολάρια και παγκοσμίως, σε περίπου 220 δις δολάρια.   Όμως στις μέρες μας η επιστήμη έχει πλέον καταλήξει σε διάφορα συμπεράσματα σχετικά με τη δίαιτα και το επιθυμητό βάρος.

Είναι πλέον επιστημονικά αποδεκτό και σιγά σιγά βρίσκει θέση και στις στήλες των περιδικών και του ίντερνετ, που παραδοσιακά στηρίζουν και στηρίζονται από τις βιομηχανίες αδυνατίσματος, ότι για πάρα πολύ κόσμο που παραμένει για ικανό διάστημα παχύσαρκος, είναι συγκλονιστικά δύσκολο να επιστρέψει στο αρχικό του βάρος: στο στάδιο της παχυσαρκίας το σώμα αυξάνει τις αποθήκες ενέργειας και κατα κάποιο τρόπο ζητά να τις γεμίσει, ακόμη και όταν οι ανάγκες του μειωθούν, δηλαδή ακόμη και όταν ο άνθρωπος χάσει βάρος. Έτσι σπρώχνει τον εγκέφαλο να αναζητήσει τροφή με αποτέλεσμα αυτός να τρώει όλο και περισσότερο και σύντομα να επιστρέψει εκεί που το σώμα του είχε μάθει να ισορροπεί!

Έτσι, παρότι ξοδεύονται δισεκατομμύρια δολάρια σε όλον τον πλανήτη, δεν αποδεικνύεται επαρκώς ότι οι δίαιτες και τα συμπληρώματα λειτουργούν αν όχι σε μόνιμη βάση, έστω μακροπρόθεσμα ενώ τα διάφορα φάρμακα, έχουν μέτρια αποτελέσματα και σοβαρές ενίοτε, παρενέργειες.

Ωστόσο, το παράδοξο στο σύγχρονο τρόπο ζωής καλά κρατεί. Ας πάρουμε ένα οποιδήποτε σούπερ μάρκετ, σε οποιοδήποτε μέρος της γης. Τι βρίσκει κανείς σε αυτό; ολόκληρα «τείχη» απο προϊόντα, χιλιάδες συσσωρευμένες θερμίδες, αμφίβολης διατροφικής αξίας. Σειρές από επεξεργασμένα τρόφιμα, με χημικά πρόσθετα (τα γνωστά «ενισχυτικά γεύσης») που στόχο έχουν να τα αναζητάμε ξανά και ξανά – μια ολόκληρη επιστήμη σε μια και μόνο, εθιστική όπως το ναρκωτικό, μπουκιά.

Και δίπλα σε όλα αυτά; Εξίσου ατελείωτα ράφια με light σκευάσματα: προϊόντα χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά, με μηδέν λιπαρά, χαμηλής περιεκτικότητας σε υδατάνθρακες, με ακατέργαστη ζάχαρη ή υποκατάστατα ζάχαρης, με φυτικά λιπαρά  ή καθόλου λιπαρά, ενισχυμένα με βιταμίνες ή οργανικά και απαστερίωτα, χωρίς λακτόζη και χωρίς γλουτένη, εκατοντάδες «υγιεινές» επιλογές των εργαστηρίων, που απευθύνονται στους ίδιους ανθρώπους που φορτώνονται λιπαρά από τον προηγούμενο διάδρομο και τώρα απελπισμένοι θέλουν να χάσουν βάρος.

Πρόκειται για την μακρά, παράδοξη συμβίωση μεταξύ της βιομηχανίας δίαιτας και της βιομηχανίας τροφίμων – που σε πολλές περιπτώσεις οδήγησε ακόμη και σε γάμο.

Η Weight Watchers αγοράστηκε το 1978 από τον Heinz (της γνωστής μαγιονέζας) ο οποίος με τη σειρά του την πούλησε το 1999 στην εταιρεία επενδύσεων Artal για 735 εκατομμύρια δολάρια. Η SlimFast αγοράστηκε το 2000 από την Unilever, στην οποία ανήκουν και τα νοστιμότατα παγωτά Ben & Jerry’s. Η Jenny Craig, πολυεθνική εταιρεία αδυνατίσματος και διατροφής με 700 υποκαταστήματα σε Καναδά, ΗΠΑ και Αυστραλία, αγοράστηκε από την ελβετική πολυεθνική Nestle, η οποία επίσης πουλάει σοκολάτες και παγωτά. Το 2011, η Nestle συμπεριλήφθηκε στην Fortune Global 500 ως η πιο κερδοφόρα εταιρεία στον κόσμο.

Η επιχειρηματική ιστορία της διατροφής και της δίαιτας είναι περίεργη και επαναλαμβανόμενη, χαρακτηρίζεται από έντονες μάχες μεταξύ αντιπάλων, παράξενα πειράματα, στρεβλά στοιχεία, βρώμικες τακτικές.  Επιστήμονες και επιχειρηματίες βάλθηκαν και κατάφεραν να αλλάξουν αυτά που καταναλώνει η ανθρωπότητα σε έναν αγώνα χωρίς τέλος για το ιδανικό σώμα, την ιδανική διατροφή και την ιδανική δίαιτα.

Καθισμένος στο γραφείο του στη MetLife το 1945, ο Λούις Ντάμπλιν δεν μπορούσε φυσικά να οραματιστεί ότι η παχυσαρκία θα γινόταν κάποτε παγκόσμια επιδημία. Αυτό που όντως έκανε ήταν να δημιουργήσει την επιστημονική βάση για τη βιομηχανία διαίτης, η οποία εξελίχθηκε ταχύτατα και πολύ πριν η παχυσαρκία φτάσει να θεωρείται νούμερο ένα απειλή για την υγεία.  Έως σήμερα πάντως, 75 ολόκληρα χρόνια μετά, δεν έχει καταφέρει να αποδείξει ότι μπορεί να φέρει σταθερά αποτελέσματα – εκτός ίσως από την φρενήρη κατανάλωση εκατοντάδων προϊόντων πίσω από την οποία κρύβεται όχι τόσο η προστασία της υγείας, αλλά το κυνήγι της τεχνητά κατασκευασμένης, ιδεατής εμφάνισης!

Επιμέλεια: Χρ. Μωράκη, Νικ. Εμμανουήλ

No comment yet, add your voice below!


Add a Comment

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *