Skip to content

ΤτΕ: Οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι για την ασφαλιστική αγορά

Σε παρόμοιο επίπεδο με το αντίστοιχο του 2017, χωρίς ουσιαστικές μεταβολές, κυμάνθηκαν οι κίνδυνοι τους οποίους ανέλαβαν οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα από τις ασφαλιστικές εργασίες τους ή στους οποίους ήταν εκτεθειμένες από το επενδυτικό τους χαρτοφυλάκιο κατά το 2018, σύμφωνα με την Επισκόπηση του Ελληνικού Χρηματοπιστωτικού Συστήματος που εξέδωσε η Τράπεζα της Ελλάδος.

Ο κίνδυνος αγοράς αφορά κυρίως τους κινδύνους μετοχών και πιστωτικών περιθωρίων, ενώ ο ασφαλιστικός κίνδυνος αφορά κυρίως τον κίνδυνο ασφαλίσεων κατά ζημιών. Τέλος, σημειώνεται ότι όλοι οι κίνδυνοι που παρουσιάζονται παρακάτω προέρχονται από την ανάλυση της καθαρής Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας των ασφαλιστικών επιχειρήσεων κατά το 2018, μετά την επίπτωση της αντασφάλισης, η οποία είναι σημαντική κυρίως για τους καταστροφικούς κινδύνους (κλάδοι πυρός-σεισμού).

Οι κίνδυνοι των ασφαλιστικών επιχειρήσεων

Συγκεντρωτικά, η ανάλυση των κινδύνων για το σύνολο της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς κατά την 31.12.2018 φαίνεται στο Διάγραμμα IV.1.

Η αντίστοιχη ανάλυση των κινδύνων για το σύνολο της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς ένα έτος πριν (31.12.2017) φαίνεται στο διάγραμμα IV.2.

Από τη σύγκριση των δύο ανωτέρω διαγραμμάτων διαφαίνεται ότι μέσα στο 2018 δεν υπήρξε ουσιαστική μεταβολή των κινδύνων στις οποίες ήταν εκτεθειμένες οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, καθώς οποιεσδήποτε μεταβολές ήταν μικρότερες της τάξης του 0,5%.

Ασφαλιστικές επιχειρήσεις κατά ζημιών

Στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις κατά ζημιών, ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι ο ασφαλιστικός, ο οποίος συνεισφέρει κατά 67,2% (από 64,5% το 2017 και 68,6% το 2016) στη διαμόρφωση του προφίλ κινδύνου τους, ενώ ο αμέσως επόμενος κίνδυνος, αλλά σημαντικά μικρότερος, είναι ο κίνδυνος αγοράς, ο οποίος συνεισφέρει στη διαμόρφωση του προφίλ κινδύνου τους κατά 37,8% (από 42,4% το 2017 και 34,0% το 2016). Ο επόμενος κατά σειρά σημαντικότητας κίνδυνος είναι ο κίνδυνος αθέτησης αντισυμβαλλομένου με συνεισφορά 11,2%, παρουσιάζοντας μείωση σε σχέση με το προηγούμενο έτος κατά 1,4%, ενώ ο λειτουργικός κίνδυνος παραμένει αρκετά μικρός, περίπου 6,7% (από 6% το προηγούμενο έτος). Τέλος, τα οφέλη από τη διαφοροποίηση των κινδύνων συνεισφέρουν στη διαμόρφωση του προφίλ κινδύνου τους αφαιρετικά, καθώς μειώνουν τον κίνδυνο κατά 24,6% περίπου (Διάγραμμα IV.3).

Τα ανωτέρω συμπεράσματα αφορούν το σύνολο των ασφαλιστικών επιχειρήσεων κατά ζημιών, ενώ η εικόνα των κινδύνων διαφοροποιείται σημαντικά μεταξύ των επί μέρους ασφαλιστικών επιχειρήσεων (Διάγραμμα IV.4).

Από το Διάγραμμα IV.4 φαίνεται η μεγάλη ανομοιογένεια στο προφίλ κινδύνου μεταξύ των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, ιδιαίτερα στον κίνδυνο αγοράς και στον κίνδυνο αθέτησης αντισυμβαλλομένου, όπου τα ποσοστά συνεισφοράς των συγκεκριμένων κινδύνων στο προφίλ κινδύνου τους κυμαίνονται από 5,18% μέχρι και 73,8% και από 2,15% μέχρι και 61,2% αντίστοιχα.

Ασφαλιστικές επιχειρήσεις ζωής

Στις τρεις ασφαλιστικές επιχειρήσεις που ασκούν αποκλειστικά ασφαλίσεις ζωής, ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι ο ασφαλιστικός, με ποσοστό περίπου 70,4% (παραμένοντας στα ίδια περίπου επίπεδα σε σχέση με το προηγούμενο έτος), ενώ ο αμέσως επόμενος κατά σειρά σημαντικότητας είναι κίνδυνος αγοράς με 36,6% (από 33,2% κατά το προηγούμενο έτος) (Διάγραμμα IV.5). Τόσο ο λειτουργικός κίνδυνος όσο και ο κίνδυνος αθέτησης αντισυμβαλλομένου παρουσιάζουν σχετική σταθερότητα σε σχέση με το προηγούμενο έτος (8,8% και 2,8% αντίστοιχα). Τα οφέλη από τη διαφοροποίηση των κινδύνων κινούνται σε παρόμοιο επίπεδο με των ασφαλιστικών κατά ζημιών (περίπου 24%).

Τα ανωτέρω συμπεράσματα αφορούν το σύνολο των ασφαλιστικών επιχειρήσεων ζωής, ενώ η εικόνα των κινδύνων μεταξύ των επιμέρους ασφαλιστικών επιχειρήσεων παρατίθεται στο Διάγραμμα IV.6.

Ασφαλιστικές εταιρίες μικτής δραστηριότητας

Στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις που ασκούν ταυτοχρόνως ασφαλίσεις ζωής και κατά ζημιών (ασφαλιστικές εταιρίες μικτής δραστηριότητας), η συνεισφορά των διαφόρων κινδύνων στο προφίλ των κινδύνων τους διαφοροποιείται σημαντικά. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι αυτός της αγοράς καθώς συνεισφέρει κατά 41,3% (από 41,8% το προηγούμενο έτος), ενώ οι ασφαλιστικοί κίνδυνοι κατά ζημιών, ζωής και ασθενείας συνεισφέρουν με ποσοστό 37,6%, 25,6% και 17,5% (τα ποσοστά αυτά βρίσκονται σε παρόμοιο επίπεδο με τα αντίστοιχα το προηγούμενο έτος) (Διάγραμμα IV.7). Επιπλέον, ο κίνδυνος αθέτησης αντισυμβαλλομένου κινείται σε υψηλά επίπεδα, αν και είναι μειωμένος σε σχέση με τα προηγούμενα έτη (περίπου 11,6%, από 12,5% το 2017 και 15% το 2016). Τα οφέλη από τη διαφοροποίηση είναι αρκετά σημαντικά (μειώνουν τον κίνδυνο κατά 41,6% περίπου), καθώς οι επιχειρήσεις αυτές έχουν μεγαλύτερες δυνατότητες ανάληψης ασυσχέτιστων ή και, σε ορισμένες περιπτώσεις, αρνητικά συσχετισμένων κινδύνων.

Στο Διάγραμμα IV.8 διαφαίνεται η κατανομή των κινδύνων στις ασφαλιστικές εταιρίες μικτής δραστηριότητας.

Από το Διάγραμμα IV.8 φαίνεται η μεγάλη ανομοιογένεια των ασφαλιστικών επιχειρήσεων που προέρχεται κυρίως από το γεγονός ότι οι επιχειρήσεις μικτής δραστηριότητας διαχωρίζονται σε αυτές που αναλαμβάνουν κατά κύριο λόγο κινδύνους ασφαλίσεων ζωής, καθώς δεν μπορούν να ασκήσουν ασφαλίσεις κατά ζημιών πέραν από αυτές που περιλαμβάνουν κινδύνους ασθενείας, και σε αυτές που αναλαμβάνουν κατά κύριο λόγο κινδύνους ασφαλίσεων κατά ζημιών. Ομοίως, η μεγάλη ανομοιογένεια που εμφανίζει ο κίνδυνος ασφαλίσεων ζωής οφείλεται στο μικρό αριθμό ασφαλιστικών επιχειρήσεων που αναλαμβάνουν σημαντικό ασφαλιστικό κίνδυνο ζωής. Ο κίνδυνος αγοράς των ασφαλιστικών επιχειρήσεων Αναφορικά με τον κίνδυνο αγοράς, ο οποίος αποτελεί περίπου το 40,2% του συνολικού κινδύνου των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, αυτό που φαίνεται είναι ότι υπάρχουν μεγάλες διαφοροποιήσεις μεταξύ των ασφαλιστικών επιχειρήσεων (Διάγραμμα IV.9).

Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις κατά ζημιών παρουσιάζουν μεγάλη έκθεση στον κίνδυνο συγκέντρωσης (41% του συνολικού κινδύνου τους, από 38% το προηγούμενο έτος) και στους κινδύνους πιστωτικών περιθωρίων (26%), ακινήτων (29%) και μετοχών (29%). Η κατανομή των κινδύνων της αγοράς στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις κατά ζημιών παρατίθεται στο Διάγραμμα IV.10.

Σε αντίθεση με τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις κατά ζημιών, ο μεγαλύτερος κίνδυνος των ασφαλιστικών επιχειρήσεων ζωής είναι ο κίνδυνος μετοχών και ο συναλλαγματικός κίνδυνος, οι οποίοι ανέρχονται στο 51% (από 57% το προηγούμενο έτος) και στο 32% (από 9% το προηγούμενο έτος) αντίστοιχα. Αξιοσημείωτο είναι ότι ο κίνδυνος επιτοκίου επανήλθε σε επίπεδα ελαφρώς υψηλότερα του 2016, μετά τη μεγάλη αύξηση που είχε παρουσιάσει το 2017 (15% το 2018, 37% το 2017 και 10% το 2016). Ο κίνδυνος ακινήτων είναι σχεδόν μηδενικός. Η κατανομή του κινδύνου αγοράς στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις ζωής παρατίθεται στο Διάγραμμα IV.11.

Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις μικτής δραστηριότητας παρουσιάζουν μεγάλη ανομοιομορφία ως προς την έκθεσή τους στους κινδύνους της αγοράς. Σε κάθε κατηγορία κινδύνου αγοράς, υπάρχουν ασφαλιστικές επιχειρήσεις με σχεδόν μηδενική έκθεση, όπως και ασφαλιστικές επιχειρήσεις με αρκετά μεγάλη έκθεση. Ενδεικτικός είναι ο κίνδυνος μετοχών, ο οποίος αποτελεί, σε ορισμένες περιπτώσεις, μέχρι και το 75% του συνολικού κινδύνου αγοράς στον οποίο εκτίθενται. Στις επιχειρήσεις αυτές, ο μεγαλύτερος εκ των κινδύνων αγοράς είναι ο κίνδυνος πιστωτικών περιθωρίων, με ποσοστό 42%, και ακολουθεί ο κίνδυνος μετοχών με ποσοστό 32%. Η κατανομή των κινδύνων της αγοράς στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις μικτής δραστηριότητας παρατίθεται στο Διάγραμμα IV.12.

Η φερεγγυότητα των ασφαλιστικών επιχειρήσεων

Η ελληνική ασφαλιστική αγορά εμφανίζει επάρκεια κεφαλαίων καλής ποιότητας. Η Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας (SCR) για το σύνολο της ασφαλιστικής αγοράς στις 31.12.2018 διαμορφώθηκε σε 1,7 δισεκ. ευρώ (από 1,8 δισεκ. ευρώ το προηγούμενο έτος), με τα συνολικά επιλέξιμα ίδια κεφάλαια να ανέρχονται σε 3 δισεκ. ευρώ (από 3,1 δισεκ. ευρώ το προηγούμενο έτος). Επιπροσθέτως, η συνολική Ελάχιστη Κεφαλαιακή Απαίτηση (MCR) διαμορφώθηκε σε 648 εκατ. ευρώ (από 658 εκατ. ευρώ το προηγούμενο έτος), με τα αντίστοιχα συνολικά επιλέξιμα ίδια κεφάλαια να ανέρχονται σε 2,8 δισεκ. ευρώ (από 2,98 δισεκ. ευρώ το προηγούμενο έτος) και να αφορούν εξολοκλήρου κεφάλαια Κατηγορίας 1. Στο διάγραμμα IV.13 παρατίθεται η σύγκριση του ποσοστού κάλυψης του SCR κατά το έτος 2018 με το αντίστοιχο του έτους 2017, ανά ασφαλιστική επιχείρηση.

Οι επιχειρήσεις που βρίσκονται πάνω από την κόκκινη ευθεία εμφανίζουν βελτίωση του ποσοστού κάλυψης του SCR κατά το 2018 σε σχέση με το προηγούμενο έτος, ενώ οι επιχειρήσεις που βρίσκονται κάτω εμφανίζουν επιδείνωση. Στο Διάγραμμα IV.14 παρατίθεται το ποσοστό κάλυψης του MCR σε σχέση με το ποσοστό κάλυψης του SCR, ανά ασφαλιστική επιχείρηση:

No comment yet, add your voice below!


Add a Comment

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *