Skip to content

Βύρων Κοτζαμάνης: Η Ελλάδα γερνάει – Χρειαζόμαστε θετικό καθαρό μεταναστευτικό ισοζύγιο

Τη θέση ότι η τάση γήρανσης στην Ελλάδα τις επόμενες δεκαετίες είναι μη αναστρέψιμη, με την μετανάστευση να αποτελεί τη μοναδική εναλλακτική για να μην καταγραφεί σημαντική μείωση του πληθυσμού το 2050 εξέφρασε μιλώντας στο Underwriter.gr o καθηγητής δημογραφίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Βύρωνα Κοτζαμάνης.

του Χρήστου Γαβαλά

Ο κ. Κοτζαμάνης σημείωσε ότι με βάση τα βασικά σενάρια των πρόσφατων προβολών των Ηνωμένων Εθνών, ο πληθυσμός της Ελλάδας μέχρι το 2050 θα συνεχίσει να μειώνεται, αν και με διαφοροποιημένους ρυθμούς ανά σενάριο.

Αναφορικά όμως με το πώς αυτό θα επηρεάσει το συνταξιοδοτικό, τόνισε ότι αυτό θα είναι σε άμεση συνάρτηση με τη μείωση των απασχολούμενων, η οποία θα μπορεί να αποφευχθεί είτε αν αυξηθεί το ποσοστό συμμετοχής των απασχολουμενων στην ηλικιακή ομάδα των 20-64 ετών, ποσοστό που σήμερα το είναι από τα χαμηλότερα στην ΕΕ (66%), ή είτε αν υπερ διπλασιαστεί το θετικό καθαρό μεταναστευτικό ισοζύγιο της περιόδου 2022-2029 από 140 χιλ. που προβλέπουν τα Ηνωμένα Έθνη.

Διαβάστε αναλυτικά τα όσα είπε ο κ. Κοτζαμάνης στο Underwriter.gr

Κ. καθηγητά, βλέπουμε ότι με βάση όλες τις διαθέσιμες μελέτες, ο πληθυσμός της Ελλάδας βαίνει… γηρασκόμενος. Μπορεί αυτή η τάση να αντιστραφεί και αν ναι πώς; Αλλιώς, μήπως θα πρέπει να θεωρήσουμε κάποιες τάσεις δεδομένες και να προγραμματίσουμε ανάλογα τις δράσεις μας ως κοινωνία;

Με βάση τα βασικά σενάρια των πρόσφατων προβολών των Η.Ε (2022) ο πληθυσμός της Ελλάδας μέχρι το 2050 θα συνεχίσει να μειώνεται (αν και με διαφοροποιημένους ρυθμούς ανά σενάριο), παρόλο που και στα 3 σενάρια το μεταναστευτικό ισοζύγιο (είσοδοι –έξοδοι) εκτιμάται ότι θα είναι ελαφρώς θετικό (+5χιλ./έτος).

Ειδικότερα όπως τα φυσικά ισοζύγια θα συνεχίσουν μέχρι το 2050 να είναι αρνητικά, για να μην μειωθεί ο πληθυσμός θα απαιτηθεί για την περίοδο 2022-2049 ένα συνολικό μεταναστευτικό ισοζύγιο για το πολύ υψηλότερο από αυτό των 140 χιλ. που λαμβάνουν υπόψη τα Ηνωμένα Έθνη. Ειδικότερα θα απαιτηθεί α) στο μεν «ενδιάμεσο» σενάριο των Η.Ε μια υπεροχή των εισόδων έναντι των εξόδων από την χώρα μας της τάξης των 1,5 εκατομμυρίων β) στο «υψηλό» (και πολύ λίγο πιθανό) σενάριο της τάξης των 900 χιλ. γ) στο δε ελάχιστα πιθανό «χαμηλό» σενάριο της τάξης των 2,1 εκατομμυρίων.

Η μόνη ηλικιακή ομάδα που θα αυξηθεί μέχρι το 2025 είναι αυτή των 65 ετών και άνω. Το πλήθος της δεν αλλάζει στα τρία σενάρια των Η.Ε (θα αγγίζει τα 3,2 εκατομ. το 2050 έναντι 2,4 εκατομ. το 2022, +800 χιλ. περίπου σε σχέση με σήμερα), το ειδικό δε βάρος της ομάδας αυτής, το ποσοστό της δηλαδή στον συνολικό πληθυσμό,-διαφέρει από σενάριο σενάριο (από 32-37%) καθώς τα 3 σενάρια δίνουν διαφοροποιημένους τελικούς πληθυσμούς. Η γήρανση επομένως είναι μη αναστρέψιμη.

Όλοι αναφέρονται στην χαμηλή γεννητικότητα. Τί συμβαίνει όμως με την αρνητική εξέλιξη της θνησιμότητας, πού οφείλεται και πώς ενδεχομένως συνδέεται με την αποτελεσματικότητα ή μη της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας;

Η συζήτηση όσον αφορά το «δημογραφικό» στη χώρα μας επικεντρώνεται συνήθως στη γονιμότητα, ενώ η προβληματική εξέλιξη της θνησιμότητας του πληθυσμού μας ελάχιστα μας προβληματίζει. Ειδικότερα, αν και η αύξηση των προσδόκιμων ζωής ήταν ταχύτατη τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, την τελευταία εικοσιπενταετία καταγράφεται μια επιβραδυνση των ρυθμών τους. Η πιο αργή -σε σχέση με τις χώρες-μέλη της ΕΕ (προ τα διεύρυνσής της το 2004 και 2007) αύξηση των κερδών σε έτη ζωής στην Ελλάδα οφείλεται, κυρίως, στη λιγότερο -σε σχέση με τις χώρες αυτές- αποτελεσματική αντιμετώπιση των δύο μεγάλων ομάδων αιτιών θανάτου (παθήσεις του κυκλοφορικού συστήματος και καρκίνοι) που θίγουν τις ώριμες και μεγάλες ηλικίες. Η μη αποτελεσματική δε αντιμετώπιση τους αποτελεί μια ένδειξη των αδυναμιών του συστήματος υγείας μας (ελλιπής διάγνωση – πρόληψη και περίθαλψη των χρόνιων παθήσεων).

Η υφιστάμενη κατάσταση του συστήματος αυτού και οι αδυναμίες / προβλήματά του εξηγούν ταυτόχρονα, σε μεγάλο βαθμό και την θέση της χώρας μας με βάση έναν άλλο δείκτη, τα έτη «υγειούς ζωής» μετά τα 65 χρόνια καθώς μόλις το 40% των ετών αυτών μετά τα 65 στους άνδρες και το 33% στις γυναίκες διανύονται σε «καλή κατάσταση υγείας», γεγονός που είναι ανησυχητικό, ιδιαίτερα δε σε περιπτώσεις επιδημιών (όπως αυτή του COVID-19).

Οι πρόσφατες εκθέσεις της Ε.Ε. και του ΟΟΣΑ καταγράφουν αναλυτικά τις αδύναμες του συστήματος μας όπως το χαμηλό ποσοστό των δαπανών από δημόσιες πηγές, τον σημαντικότατο ρόλο των ιδιωτικών δαπανών που αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 1/3 του συνόλου και τις υψηλές άτυπες πληρωμές (δεδομένα που εγείρουν σοβαρές ανησυχίες όσον αφορά την ισότητα πρόσβασης στις υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης), τους περιορισμένους πόρους για προληπτική φροντίδα (λιγότερο από το 1,5% των δαπανών υγείας), το πολύ υψηλό -το δεύτερο υψηλότερο στην ΕΕ-επίπεδο μη καλυπτόμενων αναγκών περίθαλψης, την έντονη ανισορροπία στην κατανομή του εξοπλισμού και του ανθρώπινου δυναμικού στον διευρυμένο τομέα της υγείας τόσο από γεωγραφική άποψη όσο και σε σχέση με τις ειδικότητες (βλέπε και σχέση διαθέσιμων γιατρών προς νοσηλευτές), τον μη συστηματικό προ-συμπτωματικό έλεγχο για τον καρκίνο, τα υψηλά επίπεδα ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων, την ανεπαρκέστατη ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου συστήματος πρωτοβάθμιας φροντίδας και τις πολύ χαμηλές (από τις χαμηλότερες στην ΕΕ) δαπάνες για εξω- νοσοκομειακή περίθαλψη και μακροχρόνια προληπτική φροντίδα.

Πώς θα μπορούσε να προσαρμοστεί το συνταξιοδοτικό σύστημα της χώρας στις επιπτώσεις τόσο της μείωσης όσο και της γήρανσης του πληθυσμού της;

Οι πληθυσμιακές μεταβολές και η πληθυσμιακή δομή, είναι συνυφασμένες με την κοινωνική ασφάλιση και δύναται να επηρεάσουν την μακροχρόνια οικονομική ισορροπία του συστήματος. Ας εξετάσουμε επομένως τις σχέσεις ανάμεσα στον δημογραφικό παράγοντα και κάποιες από τις σημαντικότερες μεταβλητές του συστήματος, όπως την απασχόληση καθώς οι απασχολούμενοι είναι οι μονοί που συνεισφέρουν.

Από τις διαθέσιμες προβολές προκύπτει ότι ο πληθυσμός των 20-64 ετών θα μειωθεί πιθανότατα (στο δε ενδιάμεσο σενάριο) κατά 1,5 περίπου εκατομ. το 2050 μη υπερβαίνοντας τα 4,5 εκατομμύρια έναντι των 6 εκατομ. σήμερα. Ας πάρουμε το σενάριο αυτό σαν βάση και ας εξετάσουμε αν είναι δυνατόν, και πως, παρόλη την σημαντική αναμενόμενη μείωση των 20-64 ετών, ο πληθυσμός των απασχολουμενων στη χώρα μας, μετά από 28 έτη να βρίσκεται στα ίδια επίπεδα με αυτά του 2022.

Η μείωση των απασχολούμενων μπορεί να αποφευχθεί αν: α) Αυξηθεί το ποσοστό συμμετοχής των απασχολουμενων στην ηλικιακή ομάδα των 20-64 ετών, ποσοστό που σήμερα το είναι από τα χαμηλότερα στην ΕΕ (66%) καθώς έχουμε αφενός μεν από τα χαμηλότερα ποσοστά συμμετοχής των ηλικιακών αυτών ομάδων στο εργατικό δυναμικό αφετέρου δε από τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας των συμμετεχόντων. Ειδικότερα, εάν προοδευτικά και σε βάθος χρόνου με ορίζοντα το 2050 τα ποσοστά συμμετοχής στην Ελλάδα των ατόμων 20-64 ετών στον οικονομικά ενεργό πληθυσμό ως και αυτά της ανεργίας φθάσουν τα αντίστοιχα με τα υφιστάμενα σήμερα σε μια σειρά χωρών της βορείου Ευρώπης, οι απασχολούμενοι το 2050 θα μειωθούν «μόνον» κατά 300 χιλ. (από 4 εκατ. το 2022 σε 3,7 το 2050). Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ενώ ο πληθυσμός εργάσιμης ηλικίας (20-64 ετών) θα έχει μειωθεί το 2050 κατά 25% σε σχέση με σήμερα η μείωση των απασχολουμένων θα είναι μικρότερη του 8%.

β) το θετικό καθαρό μεταναστευτικό ισοζύγιο της περιόδου 2022-2029 από 140 χιλ. που προβλέπουν τα Η.Ε σε όλα τα σενάρια υπερ διπλασιαστεί, δηλ. από 5 χιλ. ετησίως κατά μέσο όρο στις 12-13 χιλ. (υπενθυμίζεται ότι το μεταναστευτικό ισοζύγιο-θετικό- με βάση τις εκτιμήσεις της ΕΛΣΤΑΤ για την προ της οικονομικής κρίσης εικοσαετία ήταν συνολικά περίπου 800 χιλ. δηλ. κατά μέσο όρο 40 χιλ./έτος).

Αλλά ακόμη και αν το πλήθος των απασχολουμένων δεν μειωθεί το 2050, ο λόγος απασχολούμενοι 20-64 ετών/άτομα 65 ετών και άνω θα μεταβληθούν από το 1,7 σήμερα στο 1,2 το 2050. Η μεταβολή όμως του πλήθους των απασχολουμένων μέσω ενός και μόνον πεδίου μιας και μόνον διάστασης του οικονομικού μοντέλου (αύξηση της συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό των 20-64 ετών και μείωση της ανεργίας, βλ. ανωτέρω σημεία α και β), αναδεικνύει το ειδικό βάρος της οικονομικής συνιστώσας. Είναι δε προφανές ότι η
διάσταση αυτή δεν είναι η μονή: η παραγωγικότητα της εργασίας, η προστιθέμενη αξία των παραγόμενων προϊόντων και υπηρεσιών, ο επιμερισμός των απασχολούμενων σε πλήρους/μερικής απασχόλησης, η σχέση δηλωμένης/αδήλωτης εργασίας, η κατανομή και η «σύλληψη» του παραγόμενου πλούτου είναι μερικές μόνο από τις βασικές παραμέτρους που προσδιορίζουν την συνεισφορά της ηλικιακής ομάδας 20- 64 ετών, και όχι αποκλειστικά το πλήθος της.

Η παρέμβαση στις παραμέτρους αυτές επιβάλλεται, οι δε αναμενόμενες δημογραφικές εξελίξεις απλώς καθιστούν τις αλλαγές σε μια σειρά πεδίων επιτακτικότερες, υποδεικνύοντας εμμέσως τις κατευθύνσεις μιας νέας οικονομικής πολιτικής και ενός νέου παραγωγικού – αναπτυξιακού μοντέλου το οποίο θα επιτρέψει, παρόλη την αρνητική εξέλιξη της σχέσης απασχολουμένων προς ηλικιωμένους όχι μόνο την αποφυγή προβλημάτων στην κοινωνική ασφάλιση στον ορίζοντα του 2050 αλλά και την βελτίωση της υφιστάμενης σήμερα κατάστασης).

Πόσο πιστεύετε ότι θα βοηθήσει η ενίσχυση της κεφαλαιοποίησης σε σχέση με την προσπάθεια επιμήκυνσης του εργασιακού βίου;

Με βάση τα προαναφερθέντα και έχοντας ως δεδομένο ότι οι προβολές είναι ασκήσεις γενίκευσης που επιτρέπουν -παρόλα τα σχετικά μικρά περιθώρια αβεβαιότητας- όταν αναφερόμαστε στον βραχύ και μέσο χρόνο να οριοθετήσουμε τα πεδία του πιθανού και να λάβουμε μέτρα, αν θεωρήσουμε ότι οι αναμενόμενες δημογραφικές εξελίξεις θέτουν κάποια προβλήματα, θεωρούμε ότι οι έχοντες την ευθύνη σχεδιασμού και λήψης αποφάσεων σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο δεν είναι δυνατόν να παραμένουν θεατές.

Οφείλουν αφενός μεν να θεωρήσουν ως δεδομένες κάποιες μη αναστρέψιμες τις αμέσως επόμενες δεκαετίες δημογραφικές τάσεις, να εκτιμήσουν τις επιπτώσεις και να τις λάβουν υπόψη τους, αφετέρου δε να λάβουν από τώρα τα προσήκοντα μέτρα για την μεσο-μακροπρόθεσμη αναστροφή τόσο των δημογραφικών τάσεων όσο και την αλλαγή του παραγωγικού μας μοντέλου. Επομένως, προσαρμογή στις αναμενόμενες αλλαγές (pre-activity) και δράσεις (pro-activity) θα πρέπει να αντικαταστήσουν την όποια παθητικότητα και στάσεις αναμονής.

Στο ερώτημα για το πόσο θα βοηθήσει η ενίσχυση της κεφαλαιοποίησης σε σχέση με την προσπάθεια επιμήκυνσης του εργασιακού βίου, η επιμήκυνση του εργασιακού βίου από μόνη της κατά την γνώμη μου ελάχιστα θα βοηθήσει αν δεν υπάρξουν οι ριζικές αλλαγές στα πεδία που προανέφερα. 

1 Comment

  1. Avatar

    “Η Ελλάδα γερνάει – Χρειαζόμαστε θετικό καθαρό μεταναστευτικό ισοζύγιο” – Εσείς αυτό καταλάβατε ως συμπέρασμα του κου καθηγητή ; … Λυπάμαι ….


Add a Comment

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *