Skip to content

Πώς θα βοηθήσει το ασφαλιστικό η ιδιωτική ασφάλιση

Η πρόταση ΙΟΒΕ για ασφαλιστικό με συμμετοχή της ιδιωτικής ασφάλισης

Γράφει: Χριστίνα Μωράκη

Ο κ. Νίκος Βέττας, Γενικός Διευθυντής στο ΙΟΒΕ συνόψισε στη χθεσινή εκδήλωση της ΕΑΕΕ με κατανοητό τρόπο το αδιέξοδο του ασφαλιστικού:

Το συζητάμε δέκα χρόνια τώρα το ασφαλιστικό, είπε χαρακτηριστικά και αν δεν μεταρρυθμιστεί με σύγχρονο και βιώσιμο τρόπο, θα το συζητάμε εσαεί και παράλληλα εσαεί θα τραβάει προς τα κάτω την οικονομία.

Ο σύγχρονος και βιώσιμος τρόπος είναι αυτός που συνδυάζει την εγγυημένη εθνική κρατική σύνταξη με τη σύνταξη των ΕΤΑ και της ιδιωτικής ασφάλισης. Η κρατική σύνταξη αποτελεί τον περίφημο πρώτο πυλώνα και ακολουθεί το διανεμητικό σύστημα (οι τωρινοί εργαζόμενοι πληρώνουν για τους τωρινούς και μελλοντικούς συνταξιούχους). Η σύνταξη των Επαγγελματικών Ταμείων (ΕΤΑ) αποτελεί τον δεύτερο πυλώνα και ακολουθεί το κεφαλαιοποιητικό σύστημα, ένα σύστημα δηλαδή, που όπως λέει η λέξη, δημιουργεί κεφάλαιο. Το κεφάλαιο αυτό δημιουργείται με την επένδυση των εισφορών από διάφορους επενδυτικούς οργανισμούς (fund ή ασφαλιστικές εταιρείες).

Στην Ελλάδα υπάρχουν αυτοί που υποστηρίζουν ότι οι συντάξεις θα πρέπει να παρέχονται μόνο με τον πρώτο τρόπο, δηλαδή με εγγύηση από το κράτος και τις εισφορές που θα κρατούνται από τους εργαζόμενους για να δοθούν στους συνταξιούχους. Δεν υπάρχει άλλος καλύτερος τρόπος, το να επενδύεται μέρος των εισφορών εμπεριέχει κινδύνους για τους ασφαλισμένους γιατί οι επενδύσεις ακολουθούν την πορεία των αγορών – άλλοτε αποδίδουν, άλλοτε όχι. Ας μην παραδίδονται λοιπόν οι εισφορές των εργαζομένων στην τύχη των επιλογών των επενδυτών, είναι πολύ επικίνδυνο. Στην τελική, δεν περισσεύουν εισφορές για επένδυση, αυτές που υπάρχουν είναι απαραίτητες για την παροχή της εθνικής εγγυημένης, τονίζουν, κρατικής σύνταξης.

Μα το πρόβλημα είναι ότι ούτε η κρατική σύνταξη είναι πλέον εγγυημένη, υποστηρίζουν οι υπέρμαχοι της επένδυσης των εισφορών. Οι τωρινοί εργαζόμενοι δεν φτάνουν, η ανεργία θερίζει, έχει αποκλιμακωθεί από το υψηλό του 28%, αλλά είναι ακόμη σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα. Αν μετρήσουμε το ποσοστό των Ελλήνων που συμμετέχουν στο εργατικό δυναμικό, θα δούμε ότι βρισκόμαστε στον πάτο της Ευρώπης, ιδιαίτερα ως προς τη συμμετοχή των γυναικών και των νέων έως 25 ετών. Τελικά πολύ λίγοι Έλληνες επιθυμούν να δουλεύουν, δεν είναι μόνο η ανεργία που αποδυναμώνει το ποσοστό των εργαζομένων, είναι και η διάθεση, ειδικά όταν οι εισφορές, φορολογικές και ασφαλιστικές, προς το κράτος φτάνουν έως και το 60% των αμοιβών!

Από την άλλη, ο νέος πληθυσμός μειώνεται λόγω υπογεννητικότητας και ο υπάρχων πληθυσμός γηράσκει, όλο και περισσότεροι άνθρωποι ζουν περισσότερο και άρα, χρειάζονται περισσότερα χρόνια σύνταξη. Οι νέοι εργαζόμενοι αριθμητικά απλά δεν φτάνουν για να πληρώσουν τον αριθμό των συνταξιούχων, ο οποίος θα συνεχίσει να αυξάνεται με γοργούς ρυθμούς.

Για όλους τους άνω λόγους το (χρεωμένο) ελληνικό κράτος αναγκάζεται να παίρνει από τον προϋπολογισμό και σημαντικά κονδύλια, όπως η υγεία και η παιδεία, για να καλύψει το κενό στις συντάξεις. Αυτή τη στιγμή, η κρατική επιχορήγηση για τις συντάξεις ισούται με το άθροισμα των κρατικών επιχορηγήσεων σε υγεία και παιδεία και είναι, η υψηλότερη στην Ευρώπη. Το ελληνικό κράτος πληρώνει περισσότερο από το 17% του ετήσιου ΑΕΠ. 

Παράλληλα, τα υψηλότερα ποσά στην Ευρώπη πληρώνουν και οι Έλληνες σε εισφορές, εργαζόμενοι και εργοδότες. Περίπου το 65%-70% του κόστους εργασίας πηγαίνει στο κράτος.

Διάφορες άλλες στρεβλώσεις του συστήματος επιβαρύνουν ακόμη περισσότερο τη βιωσιμότητά του. Για παράδειγμα, το γεγονός ότι οι συνταξιούχοι κάτω των 65 ετών λαμβάνουν το 30% των συντάξεων.

Εν τω μεταξύ με το υπάρχον σύστημα, ένας εργαζόμενος που έχει κλείσει 15 χρόνια δουλειάς, παίρνει ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της κύριας σύνταξης, σχεδόν το 80%, άρα, εν πολλοίς του αφαιρείται και το κίνητρο να συνεχίσει να δουλεύει.

Για όλους τους άνω λόγους, ο διανεμητικός πυλώνας θα ωφεληθεί αν συμπληρωθεί από τον κεφαλαιοποιητικό. Όλοι οι πυλώνες εμπεριέχουν κινδύνους, αλλά από την άλλη δεν είναι έξυπνο να βάζει κανείς όλα του τα αυγά σε ένα καλάθι, στη συγκεκριμένη περίπτωση μόνο στην κρατικά εγγυημένη εθνική κύρια και επικουρική σύνταξη, τόνισε ο καθηγητής Ν. Βέττας.

Οι παρεμβάσεις που έγιναν την περίοδο 2010-2018 οδήγησαν σε έναν εξ ορθολογισμό του συστήματος είπε – η ενοποίηση των ασφαλιστικών ταμείων για παράδειγμα, είναι ένα σημαντικό βήμα, το οποίο πρέπει όχι μόνο να διατηρηθεί, αλλά να αποτελέσει τη βάση για τη μεταρρύθμιση του συστήματος. Μετά τις επαναλαμβανόμενες περικοπές των συντάξεων η βιωσιμότητα του παρόντος ασφαλιστικού συστήματος έχει βελτιωθεί, αλλά και πάλι το σύστημα δεν είναι επαρκές. Το ποσοστό αναπλήρωσης παραμένει από τα υψηλότερα στη χώρα– οι μελέτες πάνω στις οποίες βασίστηκε ο νόμος Κατρούγκαλου ήταν μάλλον υπεραισιόδοξες γιατί τα ποσοστά της ανεργίας και των δημογραφικών μετρήσεων θα φέρουν αργά ή γρήγορα σε αδιέξοδο και το υπάρχον σύστημα.

Δηλαδή θα έρθει ένα σημείο που απλά το κράτος δεν θα έχει λεφτά για να συμβάλλει. Πρέπει λοιπόν να βρεθεί άλλος τρόπος, όπως για παράδειγμα, μέρος των εισφορών να επενδύεται για να αβγατίζει και να συμπληρώνει την κρατική σύνταξη. Να επενδύεται φυσικά με προϋποθέσεις ασφαλείας, δηλαδή με τρόπο που να αντέχει τα ανεβοκατεβάσματα της οικονομίας και με προδιαγραφές ελέγχου και εποπτείας, για τον τρόπο που γίνεται συνολικά η διαχείριση των χρημάτων.

Το πρόβλημα των συντάξεων είναι ένα πρόβλημα που έχει απασχολήσει όλες τις χώρες της Ευρώπης πολύ πριν την Ελλάδα και οι άνω λύσεις έχουν δοκιμαστεί με επιτυχία σε πολλές από αυτές, άρα, είναι και βιώσιμες και εφικτές, τόνισε ο διευθυντής του ΙΟΒΕ.

Και εκτός από την εξασφάλιση των συντάξεων, προσφέρουν και κάτι άλλο πολύ σημαντικό: ώθηση στην οικονομία, γιατί οι εισφορές επενδύονται σε διάφορα αναπτυξιακά έργα.

Η σχέση ασφαλιστικού και ανάπτυξης

Η ελληνική οικονομία υποφέρει πρώτα απ΄όλα γιατί δεν γίνονται αρκετές επενδύσεις, τόνισε στη χθεσινή εκδήλωση ο Νίκος Βέττας. Σήμερα γίνονται οι μισές σε σχέση με την προ κρίσης εποχή, και οι μισές σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη.

Όμως, αυτές είναι το καύσιμο της οικονομίας, ιδίως δε οι επενδύσεις των επιχειρήσεων, δραστηριότητα ανέκαθεν χαμηλή στη χώρα μας – έχουμε και πάντα είχαμε το χαμηλότερο ποσοστό εταιρικών επενδύσεων στην Ευρώπη, οι Έλληνες είμαστε παραδομένοι στο ακίνητο, αυτό είναι το πεδίο στο οποίο “ακουμπάμε” χωρίς ενδοιασμό τα λεφτά και τις ελπίδες μας.

Το επενδυτικό κενό αυτό πρέπει κάπως να καλυφθεί, τόνισε ο Διευθυντής του ΙΟΒΕ, οι ξένες επενδύσεις δεν φτάνουν, πρέπει να κινηθεί και η εγχώρια αποταμίευση – δηλαδή οι επενδύσεις όχι μόνο σε καταθέσεις, αλλά σε μετοχές και ομόλογα, ή σε ένα συνδυασμό των τριών, αυτό ακριβώς που κάνουν για παράδειγμα, τα αμοιβαία κεφάλαια.

Τα ΕΤΑ αλλά και οι ιδιωτικοί συνταξιοδοτικοί λογαριασμοί των ασφαλιστικών εταιρειών, θα μπορούν να δημιουργούν σημαντικά αποθεματικά, τα οποία  στη συνέχεια θα επενδύονται σε σημαντικούς τομείς της ελληνικής οικονομίας, π.χ. κατασκευαστικά έργα και να αποδίδουν σημαντικά κεφάλαια. Μια ματιά στα αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων των υπόλοιπων χωρών της Ευρώπης, πείθει για του λόγου το αληθές. Μάλιστα, αν οι εισφορές επενδύονται, θα μπορέσουν και να μειωθούν, γεγονός που θα δημιουργήσει κίνητρο για εργασία και επιπλέον πόρους για επενδύσεις από τους εργοδότες.

Η βασική πρόταση που συνέταξε το ΙΟΒΕ συνοψίζεται ως εξής:

Από το 20% εισφορά για την κύρια σύνταξη και 7% για την επικουρική σύνταξη, να παραμείνει το 20% της κύριας και το 7% να αντικατασταθεί με ένα 3% ανά μ.ο. σε έναν υποχρεωτικό κεφαλαιοποιητικό β’ πυλώνα. Η κύρια σύνταξη παραμένει, η επικουρική παραμένει, αλλά έχει κεφαλαιοποιητικά χαρακτηριστικά (μέσω διαφόρων επιλογών), ενώ περισσεύει και χώρος για απολύτως ιδιωτικά προγράμματα σύνταξης, μέσω των ασφαλιστικών εταιρειών. Το σύστημα αυτό μειώνει τις εισφορές, δείχνει το δρόμο για το πέρασμα και στο κεφαλαιοποιητικό σύστημα και έχει άμεση εφαρμογή, πάντα υπό ένα πολύ αυστηρό εποπτικό πλαίσιο.

Αγκάθι φυσικά, παραμένει το κόστος της μετάβασης από το ένα σύστημα στο άλλο, ωστόσο θετικό είναι ότι οι συντάξεις έχουν ούτως ή άλλως μειωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, άρα μειώνεται και ο λογαριασμός. Υπάρχουν τρόποι να αντιμετωπισθεί αυτό το κόστος μετάβασης και αξίζει φυσικά, τον κόπο να πραγματοποιηθεί η συγκεκριμένη μεταρρύθμιση – τα οφέλη της είναι πολύ περισσότερα και πολύ υψηλότερα από το όποιο κόστος. Στο εξωτερικό υπάρχουν χώρες που έχουν κάνει επιτυχώς το πέρασμα από το ένα σύστημα στο άλλο – πολλές έχουν φτιάξει ειδικά ταμεία για να χρηματοδοτήσουν αυτή τη μετάβαση, ενώ ταυτόχρονα εξαιρέθηκαν από τους δημοσιονομικούς κανόνες της χώρας.

Είναι η πρώτη φορά που γίνεται μια τέτοια εκτίμηση στην Ελλάδα. Επιπλέον θετικά της συγκεκριμένης πρότασης είναι ότι αυξάνει τη συμμετοχή στην εργασία, δημιουργεί αποθεματικά από το πρώτο έτος, τα οποία καλύπτουν ως ένα βαθμό το κόστος της μετάβασης, ενώ η συνεισφορά των αποθεματικών στο ΑΕΠ -μέσω εγχώριων επενδύσεων- υπολογίζεται ότι θα κυμανθεί μεταξύ 4%-7%. Σωρευτικά η αύξηση του ΑΕΠ υπολογίζεται στα 8,2 δις ευρώ και ποσοστό 13%.

Η Ελλάδα έχει πολύ δαπανηρό συνταξιοδοτικό σύστημα, που “κλέβει” από την υγεία και την παιδεία και που θα το πληρώσουμε σίγουρα κάποια στιγμή στο μέλλον. Η πρόταση του ΙΟΒΕ δίνει ώθηση στην οικονομία, απελευθερώνει πόρους για την παιδεία και την υγεία και αφού μειώνει τις εισφορές, αυξάνει τα εισοδήματα και την απασχόληση. Πρέπει άλλωστε να δημιουργηθούν κίνητρα για να θέλει ο κόσμος να δουλεύει νόμιμα – κανένα ασφαλιστικό σύστημα δεν μπορεί να ευημερεύσει αν οι εργαζόμενοι είναι εχθρικοί απέναντί του.

“Μέχρι πρόσφατα η οικονομία μας δούλευε για το ασφαλιστικό. Η πρότασή μας είναι ένα ασφαλιστικό που θα δουλεύει για την οικονομία”, κατέληξε ο Νικόλαος Βέττας.

(Κεντρική Φωτό: Ο κ. Νίκος Βέττας, Γενικός Διευθυντής στο ΙΟΒΕ)

2 Comments


Add a Comment

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *