Skip to content

Σύνοδος COP26 – Ακραία καιρικά φαινόμενα: Μεγάλη πίεση στις πλούσιες χώρες να δεχτούν να αποζημιώνουν τις αναπτυσσόμενες

Πίεση στις πλούσιες χώρες να δεχτούν να αποζημιώνουν τις φτωχότερες, αναγνωρίζοντας την ευθύνη που έχουν στην κλιματική κρίση ασκούνται αυτές τις μέρες, ενόψει της συνόδου COP26 που θα γίνει στη Γλασκώβη τον ερχόμενο μήνα. 

Του Χρήστου Γαβαλά

Σύμφωνα με ρεπορτάζ διεθνών μέσων ενημέρωσης, οι ακτιβιστές θέτουν τους ηγέτες των χωρών αυτών υπό ασφυκτικό κλοιό ούτως ώστε να δοθεί προτεραιότητα σε αυτό που οι διπλωμάτες ονομάζουν «απώλεια και ζημιά», ένας δηλαδή εύσχημος τρόπος να περιγραφεί η διαδικασία μέσα από την οποία οι πλουσιότερες χώρες του πλανήτη πλουτίζουν όλο και περισσότερο από την υπερθέρμανση του πλανήτη, με τις αναπτυσσόμενες όμως να φέρουν συχνά το μεγαλύτερο βάρος αυτών των κλιματικών επιπτώσεων.

Κάποιος θα πρέπει να πληρώσει τον λογαριασμό και αυτός δεν μπορεί -εκτιμούν- να είναι οι φτωχότερες χώρες, όπως για παράδειγμα η Αντίγκουα  και Μπαρμπούντα που είδε την οικονομία της να δέχεται ισχυρό χτύπημα εξαιτίας του τυφώνα Ίρμα, πριν από 4 χρόνια. Σύμφωνα με εκτίμηση του ΟΗΕ, το κόστος ανήλθε σε περισσότερα από 220 εκατομμύρια δολάρια, ενώ το νησί Μπαρμπούντα υπολογίζεται ότι έχασε περίπου τα μισά σπίτια του. 

Εξυπακούεται ότι το νησί αυτό δεν διαθέτει ούτε κατά διάνοια την οικονομική δυνατότητα για αυτές τις αποκαταστάσεις, σε σύγκριση φυσικά με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Πως μπορεί όμως να στοιχειοθετηθεί και να αποδειχθεί επιστημονικά η σύνδεση μεταξύ ακραίων καιρικών φαινομένων και πολύ υψηλών θερμοκρασιών; Και εφόσον αυτή αποδειχθεί, ποιός θα καλείται να πληρώσει τον λογαριασμό; Η Αντίγκουα και Μπαρμπούντα, με λιγότερους από 100.000 πολίτες, έχει συνεισφέρει ελάχιστα στην εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου, πλήττεται όμως σφοδρά -όπως και άλλες μικρές χώρες- από καταιγίδες, πλημμύρες, ξηρασίες και πυρκαγιές.

Η Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα το 2015 άφησε αναπάντητα ερωτήματα σχετικά με την ευθύνη και την αποζημίωση, λέει ο Σάιμον Άντισον, κύριος ερευνητής στο Διεθνές Ινστιτούτο Περιβάλλοντος και Ανάπτυξης. «Υπάρχει μια τεράστια οικονομική τρύπα που πρέπει να καλυφθεί, αλλά κανείς που δεν προχωρά για να το κάνει αυτό».

Οι ετήσιες διαπραγματεύσεις για το κλίμα τείνουν να εστιάζουν στο τι μπορούν να κάνουν οι χώρες για να επιβραδύνουν την υπερθέρμανση του πλανήτη μειώνοντας τις εκπομπές, ένα έργο που ωφελεί τόσο τις πλούσιες όσο και τις φτωχές χώρες. 

Λιγότερη όμως προσοχή δίνεται στην επεξεργασία ενός συστήματος για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων σε έναν κόσμο που έχει θερμανθεί κατά περισσότερο από 1,1 ° C από το 1800.

Σύμφωνα με πληροφορίες που μεταδίδει το πρακτορείο Bloomberg, μια ιδέα που θα συζητηθεί στο πλαίσιο του COP26 είναι ότι οι πλούσιες χώρες θα πρέπει να συνεισφέρουν σε δύο Ταμεία που διαχειρίζεται ο ΟΗΕ. Το πρώτο θα χρησιμοποιηθεί για την παροχή βοήθειας σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, όπως οι άμεσες συνέπειες από τον τυφώνα Ίρμα ή οι πλημμύρες στην Ουγκάντα φέτος. Το δεύτερο θα ήταν να βοηθήσει τα κράτη να διαχειριστούν καταστροφικές κλιματικές καταστροφές όπως η ξηρασία.

«Η χρηματοδότηση πρέπει να βασίζεται στην αρχή της ιστορικής ευθύνης και επίσης σε μια αρχή αλληλεγγύης», λέει από τη μεριά του ο Sandeep Chamling Rai, ανώτερος σύμβουλος της WWF με έδρα τη Σιγκαπούρη. Και συμπληρώνει: «Είναι περισσότερο μια πολιτική συζήτηση παρά μια τεχνική συζήτηση».

Αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι οι τεχνικές λεπτομέρειες θα ήταν εύκολες. Οι προσπάθειες που έχουν γίνει στο παρελθόν για τη δημιουργία ενός μηχανισμού για τις ζημιές έχουν αποτύχει να αποκτήσουν δυναμική υλοποίησης. 

Σχεδόν πριν από μια δεκαετία, για παράδειγμα, στο COP19 στη Βαρσοβία, έγινε η εισαγωγή του Διεθνούς Μηχανισμού Απώλειας και Ζημιών. Χρειάστηκαν σχεδόν επτά χρόνια για να ξεκινήσει τη λειτουργία του το Δίκτυο Santiago, μια ομάδα που παρέχει τεχνική βοήθεια σε χώρες που διεκδικούν ζημίες. Και σήμερα δεν υπάρχουν πολλά να επιδειχθούν πάνω σε αυτό, εκτός από έναν ιστότοπο.

Και αυτό έχει τη δική του εξήγηση: ο καθορισμός των ακριβών κλιματικών κινδύνων που αντιμετωπίζει μια χώρα και στη συνέχεια η εκτίμηση του δυνητικού κόστους είναι ένα πολύπλοκο έργο. 

Συνεχώς γίνεται σαφές ότι εγείρεται η απαίτηση να αποδειχθεί ότι τα όποια γεγονότα προκλήθηκαν άμεσα από την κλιματική αλλαγή, κάτι όμω το οποίο θα απαιτούσε από τους επιστήμονες να διεξάγουν μελέτες στις οποίες θα γίνεται αυτή η «απόδοση ευθυνών» με επιστημονικά πειστήρια. 

Αυτό απαιτεί, όμως, χρόνο και χρήμα και σε καταστάσεις όπου οι επιπτώσεις διαχέονται σε μεγάλο χρονικό διάστημα, οι εξαθλιωμένες κυβερνήσεις -που χρειάζονται άμεσα οικονομική βοήθεια- θα χρειαστεί να συλλέγουν έναν μεγάλο όγκο δεδομένων, κάτι το οποίο με τη σειρά του θα φέρει και άλλη μείωση του ανθρώπινου δυναμικού και των πόρων τους.

Επομένως, αρκεί να κρατήσουμε προς ώρας ότι οι απαιτήσεις από τις πλούσιες χώρες να κάνουν περισσότερα θα κυριαρχήσουν στις συζητήσεις στη Γλασκώβη. 

Και πως θα πρέπει να θεωρήσουμε δεδομένο ότι τα πλούσια κράτη βρίσκονται υπό μεγάλη πίεση να υλοποιήσουν την υπόσχεση που έδωσαν πριν από δέκα χρόνια, για να συγκεντρώσουν 100 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως για να χρηματοδοτούν τις συνέπειες της κλιματικής κρίσης που κατά κύριο λόγο οι ίδιες δημιούργησαν. 

No comment yet, add your voice below!


Add a Comment

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *