Skip to content
Mature man holding a birthday cake and golden number hundred balloon isolated on white background

Mακροζωϊα: Eφιάλτης χωρίς τα σωστά συστήματα υγείας, εργασίας και σύνταξης

Οι κυβερνήσεις προσπαθούν να αναγκάσουν τους ανθρώπους να δουλεύουν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, για να σώσουν τα ταμεία Κοινωνικής Ασφάλισης

Γράφει: Κατερίνα  Πετρίδη

Πραγματοποιήθηκε πρόσφατα το διεθνές συνέδριο “Economics of Longevity and Ageing”, θέτοντας στο επίκεντρο τις επιπτώσεις της γήρανσης του πληθυσμού στην παγκόσμια οικονομία.

Η αντίληψη που κυριάρχησε στις εργασίες του συνεδρίου είναι ότι ο κρισιμότερος παράγοντας στην εξίσωση της μακροζωίας είναι η υγεία, από πολλές απόψεις. Κατ’ αρχάς σκεφτείτε ότι το να ζούμε περισσότερα χρόνια χωρίς να είμαστε υγιείς -πονώντας, μη μπορώντας να κινηθούμε όπως θα θέλαμε ή με την πνευματική μας διαύγεια να μειώνεται ραγδαία- παύει να είναι ευλογία και γίνεται ταλαιπωρία. Από την άλλη πλευρά όλοι οι ειδικοί συμφωνούν πως θα πρέπει να επιμηκυνθεί ο εργασιακός μας βίος, πως μετά τα 50 θα πρέπει να αποκτήσουμε νέες δεξιότητες, να ξανακαθίσουμε στα θρανία, για να μπορέσουμε να συμβαδίσουμε με την εποχή, να παραμείνουμε μάχιμοι και ανταγωνιστικοί, να στηρίξουμε την οικονομία της χώρας μας, να καλύψουμε το κενό της συρρίκνωσης του αριθμού των νέων που εισέρχονται στην αγορά εργασίας. Πώς όμως θα το καταφέρουμε αυτό, εάν δεν είμαστε υγιείς σωματικά και πνευματικά; Είναι σημαντικό να διασφαλίσουμε ότι η μακροζωία συνδυάζεται με καλή υγεία, πολύ σημαντικότερο από το να επιμηκύνουμε περαιτέρω το προσδόκιμο ζωής. 

Για να γίνει εφικτή όμως η υγιής μακροζωία, θα πρέπει να φροντίζουμε την υγεία μας από νεαρή ηλικία, προλαμβάνοντας την εμφάνιση των σοβαρών χρόνιων ασθενειών που έρχονται να δυσκολέψουν τη ζωή μας μετά τα 50: καρδιαγγειακά νοσήματα, πνευμονοπάθειες, διαβήτης, παχυσαρκία, άνοια, ορθοπεδικά προβλήματα. Η λέξη κλειδί εδώ είναι «προλαμβάνοντας». Ολόκληρα τα εθνικά συστήματα υγείας είναι διαμορφωμένα με επίκεντρο τη θεραπεία αυτών που ήδη νοσούν και όχι την πρόληψη. Κι όμως, όλες οι παραπάνω ασθένειες προειδοποιούν πολύ πριν την εμφάνιση των συμπτωμάτων, που σημαίνει πως αν εστιάσουμε στον εντοπισμό των παραγόντων που οδηγούν στην εκδήλωση αυτών των ασθενειών, θα μπορέσουμε να τις προλάβουμε. Άλλωστε έχουμε πλέον στη διάθεσή μας πολύ καλύτερα διαγνωστικά εργαλεία, μπορούμε να συλλέγουμε πολύ περισσότερες πληροφορίες από το ανθρώπινο σώμα και με τη βοήθεια της τεχνητής νοημοσύνης μπορούμε να συνδυάζουμε όλα τα δεδομένα και να εξάγουμε ακριβή συμπεράσματα. Άρα αν θέλουμε να έχουμε υγιή μακροζωία, θα πρέπει να επανασχεδιαστούν τα συστήματα υγείας με έμφαση στην πρόληψη, στη διατήρηση της υγείας και όχι μόνο στη θεραπεία. Παράλληλα βέβαια δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε το γεγονός πως η καλή υγεία και η μακροζωία δεν εξαρτάται μόνο από τα καλά μας γονίδια, αλλά και από την εκπαίδευση, το εισόδημα, την πρόσβαση σε ποιοτικές υπηρεσίες υγείας και τις καθημερινές μας επιλογές όσον αφορά τη διατροφή, την άσκηση κ.λπ.

Όπως επισημάνθηκε και στο συνέδριο, καλύτερη υγεία σημαίνει και αυξημένο ΑΕΠ, καθώς: 

– μειώνεται η θνησιμότητα και αυξάνεται ο πληθυσμός

– αυξάνεται το ενεργό εργατικό δυναμικό και κατ’ επέκταση η απασχόληση

– αυξάνεται ο μέσος όρος ωρών εργασίας

– αυξάνονται τα φορολογικά έσοδα

– μειώνονται οι δαπάνες περίθαλψης

Αντίθετα η γήρανση του πληθυσμού σε συνδυασμό με την παρούσα κατάσταση όσον αφορά τα χρόνια νοσήματα επηρεάζει αρνητικά την αναπτυξιακή προοπτική κάθε χώρας και επιβαρύνει σημαντικά το ΑΕΠ. Στην Ισπανία, για παράδειγμα, εάν δεν ληφθούν έγκαιρα μέτρα, το ΑΕΠ θα μειωθεί κατά 20%. Ένα από αυτά τα μέτρα είναι βέβαια η παράταση του εργασιακού βίου και η (συνεχής;) μετατόπιση του ορίου συνταξιοδότησης, κάτι που προκαλεί φυσικά έντονες αντιδράσεις από τους εργαζόμενους.

Μέχρι τώρα θεωρούσαμε πως όταν φτάσουμε στην ηλικία της συνταξιοδότησης θα μπορέσουμε να ξεκουραστούμε, να χαλαρώσουμε, να απολαύσουμε. Οι κυβερνήσεις όμως προσπαθούν να αναγκάσουν τους ανθρώπους να δουλεύουν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, για να σώσουν τα ταμεία Κοινωνικής Ασφάλισης και εκείνοι, όπως είναι φυσικό, δυσανασχετούν. «Δώστε τους τη δυνατότητα να απολαμβάνουν περισσότερο και να δουλεύουν λιγότερο κατά τη διάρκεια του εργασιακού τους βίου και έτσι θα μπορέσουν να αντέξουν να εργάζονται για περισσότερα χρόνια». Αυτή ήταν μία πραγματικά ενδιαφέρουσα άποψη που ακούσαμε από τα χείλη του κ. Andrew Scott, καθηγητή του London Business School. Γενικά το μοντέλο εργασίας που καθιερώθηκε τον περασμένο αιώνα κρίνεται πλέον απαρχαιωμένο, καθώς έχουν αλλάξει τα δεδομένα. Γεννάμε λιγότερο, ζούμε περισσότερο, η εκπαίδευσή μας δεν τελειώνει με την αποφοίτησή μας από το σχολείο ή το πανεπιστήμιο, αλλά καλούμαστε να υιοθετούμε τη διά βίου μάθηση. Το εργασιακό και το συνταξιοδοτικό σύστημα πρέπει να γίνουν πιο ευέλικτα, ώστε να κατανέμεται καλύτερα ο χρόνος και να εξυπηρετούνται οι νέες κοινωνικές ανάγκες.

Στην υπηρεσία των νέων κοινωνικών και εργασιακών αναγκών τίθεται και η τεχνολογία, καθώς τη συρρίκνωση του εργατικού δυναμικού έρχεται να ισοσκελίσει η τεχνητή νοημοσύνη και τα… ρομπότ! Στην Ιαπωνία, τη Σιγκαπούρη και τη Νότια Κορέα, που ο πληθυσμός τους γηράσκει με πολύ ταχείς ρυθμούς παράγονται μαζικά βιομηχανικά ρομπότ, τα οποία κρατούν ψηλά την παραγωγικότητα. Ίσως θα πρέπει να σταματήσουμε λοιπόν να φοβόμαστε ότι τα ρομπότ θα μας πάρουν τις δουλειές και να τα δούμε με πιο θετική διάθεση. Όσο κι αν επιμηκυνθεί ο εργασιακός μας βίος, υπάρχουν επαγγέλματα -τα αποκαλούμενα βαρέα- όπου η μεγάλη ηλικία είναι αποτρεπτικός παράγοντας. Εκεί λοιπόν που η έλλειψη νέων και στιβαρών εργατικών χεριών θα μπορούσε να καταποντίσει την παραγωγή και την οικονομία μιας χώρας, η τεχνητή νοημοσύνη και τα ρομπότ μπορούν να δώσουν τη λύση!

Πέρα από την αξιοποίηση των «εφέδρων» και του ΑΙ, λύση για την τόνωση των γηρασκουσών οικονομιών αποτελεί και η μεγαλύτερη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας, όπως επισημάνθηκε, συμμετοχή που στη χώρα μας περιορίζεται στο 50% περίπου. Αυτό που δεν επισημάνθηκε είναι πως αυτές οι γυναίκες, που «δεν εργάζονται» είναι επιφορτισμένες με τη φροντίδα του νοικοκυριού, των παιδιών, των εγγονιών και των ηλικιωμένων. Πολλές από αυτές εργάζονται «μαύρα» στις οικογενειακές επιχειρήσεις και άρα παραμένουν αόρατες για τα στατιστικά. Το βέβαιο είναι πως τουλάχιστον στη χώρα μας απουσιάζουν παντελώς οι υποστηρικτικές δομές που θα έπαιρναν το βάρος της φροντίδας από τους ώμους των γυναικών και θα τους έδιναν τη δυνατότητα να ανοίξουν τα φτερά τους, να γίνουν δημιουργικές και παραγωγικές έξω από τους τοίχους του σπιτιού τους.

Και αν η υπουργός Οικογένειας και Κοινωνικής Συνοχής αναφέρθηκε περήφανα στην πατρική άδεια και στις νταντάδες της γειτονιάς, είναι προφανές πως αυτά και άλλα παρεμφερή μέτρα αποτελούν μόνον μικρές σταγόνες στον ωκεανό της απουσίας της κρατικής μέριμνας. Η οποία απουσία βέβαια, μαζί με την οικονομική άνθηση της χώρας που ελάχιστα αντανακλάται στην καθημερινότητα του μέσου Έλληνα, αποτελούν καθοριστικούς παράγοντες για το ότι οι Ελληνίδες είτε επιλέγουν να μην κάνουν παιδιά είτε περιορίζονται στο ένα, συμβάλλοντας στην επιδείνωση του δημογραφικού μας προβλήματος.

*Η διοργάνωση του Συνεδρίου ήταν μία πρωτοβουλία του Centre for Economic Policy Research – Research Policy Network on Ageing and Longevity, του Κέντρου Κρήτης του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) για τη Δυναμική των Πληθυσμών, του Ellison Institue of Technology Oxford και του Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών και τελούσε υπό την ευγενική υποστήριξη της Τράπεζας της Ελλάδος και της Περιφέρειας Αττικής.

No comment yet, add your voice below!


Add a Comment

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *