Skip to content

Γιατί δεν φοβόμαστε πια τον κορονοϊό;

Μετά την εφιαλτική Άνοιξη, ο κόσμος παραξεθάρρεψε και δεν είναι τόσο προσεκτικός όσο θα έπρεπε έναντι του Covid-19. Οι ειδικοί ξέρουν τους λόγους:

Επιμέλεια: Νικόλας Εμμανουήλ

Τώρα που έχουμε σχεδόν επιστρέψει για τα καλά στη λεγόμενη «νέα κανονικότητα», το θέμα είναι πόσο προσεκτικοί θέλουμε να είμαστε. Διότι σύμφωνα με τις επιστήμες,  ο άνθρωπος τείνει να υποτιμά τον όποιο κίνδυνο ή να πιστεύει ότι σε εκείνον δεν πρόκειται να συμβεί το οποιοδήποτε κακό. Διάφορες μελέτες  έχουν αναδείξει τους λόγους για τους οποίους συμβαίνει αυτό:

Πρώτα απ’ όλα πολλοί άνθρωποι διακατέχονται από τη λεγόμενη «προκατάληψη της αισιοδοξίας», είναι δηλαδή θετικά προκατηλειμμένοι προς τους εαυτούς τους, θεωρούν πως η «στραβή» δεν θα συμβεί σε αυτούς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι καπνιστές, που ενώ ξέρουν τις βλαβερές συνέπειες του καπνίσματος, συνεχίζουν πιστεύοντας ότι με κάποιο μαγικό τρόπο οι ίδιοι δεν θα αρρωστήσουν.  Το φαινόμενο παρατηρείται περισσότερο στις λεγόμενες ατομιστικές κοινωνίες όπου δίνεται περισσότερο βάρος στα ατομικά δικαιώματα κι επιτεύγματα και όχι στη συλλογικότητα, δηλαδή στην καθημερινότητα ως μέρους ενός συνόλου, με τους περιορισμούς που αυτό συνεπάγεται.

Δεύτερον, όσο περισσότερο έχει κανείς την ψευδαίσθηση ότι έχει τον έλεγχο, τόσο λιγότερο ανησυχεί. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο πολλοί θεωρούν το αυτοκίνητο πιο ασφαλές μέσο από το αεροπλάνο αν και βάσει στατιστικών στοιχείων ισχύει το αντίθετο. Οι πιθανότητες να πεθάνει κανείς σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα είναι 1 στις 114, ενώ σε αεροπορικό 1 στις 9.821. Το 2018 – σύμφωνα με το Εθνικό Συμβούλιο Ασφάλειας Μεταφορών των ΗΠΑ – 36.560 Αμερικανοί σκοτώθηκαν σε τροχαία, ενώ 381 Αμερικανοί σκοτώθηκαν σε αεροπορικά δυστυχήματα.

Ομοίως, παρότι οι μάσκες και το συχνό πλύσιμο των χεριών είναι σίγουρα τρόποι για να μειώσει κανείς τον κίνδυνο να προσβληθεί από τον κορονοϊό, ταυτόχρονα, τα εν λόγω μέτρα προστασίας μπορεί να τον κάνουν να “παρανιώσει” ασφάλεια και να ξεχάσει το καθοριστικής σημασίας μέτρο πρόληψης που εξακολουθεί να είναι η κοινωνική αποστασιοποίηση.

Σίγουρα δε βοηθάει το γεγονός ότι η νόσος που προκαλεί ο Covid-19 είναι ουσιαστικά κάτι το καινούριο με την πληροφόρηση να έρχεται από διαφορετικές πηγές, συχνά αντικρουόμενες, με αποτέλεσμα να προκαλείται σύγχυση στους πολίτες ως προς το τι πρέπει να κάνουν και τι όχι.

Από την άλλη, σε περίπτωση πάλι που θελήσει κάποιος να αναζητήσει στο Διαδίκτυο πληροφορίες για το πόσο ασφαλές είναι, π.χ. το να φάει σε κάποιο εστιατόριο, το πιθανότερο είναι στα αποτελέσματα να “κλικάρει” εκείνα που επιβεβαιώνουν τη δική του αρχική προκαθορισμένη γνώμη, χωρίς να μπει στο κόπο να εξετάσει νέα στοιχεία ή δεδομένα. Αυτό οι ειδικοί το ονομάζουν «προκατάληψη επιβεβαίωσης».

Παράλληλα, δεδομένου ότι η ιστορία με τον κορονοϊό έχει «τραβήξει» πλέον για περισσότερους από τέσσερις μήνες, δε θα ήταν υπερβολή να ειπωθεί πως μια μερίδα κόσμου έχει συνηθίσει να ζει μέσα στην πανδημία, κάτι που αυτόματα μειώνει το φόβο. Όπως όταν κάποιος καλείται να αντιμετωπίσει τους φόβους του, τελικά τους ξεπερνά, έτσι και με τον κορονοϊό: αν η πρώτη βόλτα στο σουπερμάρκετ φαινόταν  εξαιρετικά επικίνδυνη, μετά από κάμποσες βόλτες  χωρίς δυσάρεστες εξελίξεις, προκαλεί πολύ λιγότερο φόβο!!

Σε αυτό παίζει ρόλο και η επιθυμία μέσα μας να έχουμε μια αίσθηση κανονικότητας στη ζωή μας. Δεν είναι τόσο περίεργο να γνωρίζουμε ότι κάτι που πρόκειται να κάνουμε είναι επικίνδυνο, και παρόλα αυτά να το κάνουμε. Η ανάγκη μας για ευχαρίστηση και ικανοποίηση πολύ συχνά πισκιάζει την αίσθηση του κινδύνου.

Φυσικά, κανείς δεν ισχυρίζεται πως θα έπρεπε να το πάμε στο άλλο άκρο και να σκεφτόμαστε κάθε ώρα και στιγμή τι μπορεί να πάει στραβά – ασχέτως κορονοϊού – γιατί και αυτό καταντά υστερία, απλά ίσως στην παρούσα χρονική συγκυρία να αξίζει τον κόπο μια δεύτερη σκέψη προτού υποτιμήσει κανείς πιθανή έκθεση σε κίνδυνο.

No comment yet, add your voice below!


Add a Comment

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *