Skip to content

Γ. Ρούντος: Η ασφ. αγορά πρέπει να πείθει συνεχώς για την κοινωνική αποστολή της

Ο Γιάννης Ρούντος, πρώην διευθυντής εταιρικών υποθέσεων της Interamerican μιλάει για τη μακρόχρονη πορεία του στην ασφαλιστική αγορά αλλά και για τα όσα θεωρεί ότι πρέπει η σύγχρονη ασφαλιστική εταιρεία να έχει κατά νου όταν σχεδιάζει τα προϊόντα της αλλά και όταν τα επικοινωνεί.  

του Χρήστου Γαβαλά

Κ. Ρούντο, μετά από 28 χρόνια, πήρατε την απόφαση να αποσυρθείτε -πριν από ένα χρόνο- από την διεύθυνση των εταιρικών υποθέσεων της Interamerican. Ποιο πιστεύετε ότι ήταν το μεγαλύτερό σας επίτευγμα όλα αυτά τα χρόνια και τί σημαίνει για εσάς διατήρηση εταιρικής φυσιογνωμίας και εικόνας σε μια ασφαλιστική αγορά με αρκετές συγχωνεύσεις;

Επισκοπώντας το όλον μιας επαγγελματικής διαδρομής τεσσάρων δεκαετιών και πλέον, επέλεξα σε φάση προσωπικής πλήρωσης να βγω από την πεπατημένη της πολύχρονης σχέσης με μια εταιρεία στην οποία έδωσα αυτά που ήθελα και μπορούσα, εισπράττοντας ικανοποίηση και πλούτο εμπειριών.

Ως ξεχωριστό επίτευγμα και επιστέγασμα αυτής της σχέσης, υπέρ της εταιρείας αλλά και εμού, θα χαρακτήριζα την “ταυτότητα”. Στον τομέα της δημόσιας εικόνας, δηλαδή των σχέσεων και της επικοινωνίας για το brand και ακόμη, σε ό,τι αφορά στην κοινωνική οντότητα του οργανισμού, θέλω να πιστεύω ότι αυτή η ταυτότητα είναι ισχυρή και διακριτή. Με τιμά η επιβεβαίωση της έξωθεν μαρτυρίας γι’ αυτό, αφού ό,τι δημιουργήθηκε, λειτούργησε και ως πρότυπο στην ασφαλιστική κοινότητα, καθώς και της αναγνώρισης από την ίδια την εταιρεία.

Σε προσωπικό επίπεδο, η ικανοποίηση εκπηγάζει όχι μόνο από το γεγονός πως υλοποιήθηκαν σχέδια και επιτεύχθηκαν κρίσιμοι στόχοι για την αναγνωρισιμότητα, το κύρος και τη φήμη της Interamerican από το 2000 και μετά, αλλά ταυτόχρονα και από το ότι πέρασα στο αποτύπωμα αυτό δικά μου γνωρίσματα και πεποιθήσεις, χωρίς να αλλοτριωθώ, χωρίς να προδώσω τον εαυτό μου.

Αυτό είναι πάντα το διακύβευμα της αυθεντικότητας, της ακεραιότητας της προσωπικότητας αν θέλετε. Υπήρξα σε αυτή τη μεγάλη περίοδο όχι απλώς εκτελεστικός, αλλά πρωτίστως δημιουργικός με βάση την αυτοδιάθεση, τη βούληση και τη σχετική ελευθερία επιλογών και κινήσεων, πάντοτε στο πλαίσιο της εταιρικής στρατηγικής, ως συνδιαμορφωτής της.

Κατοχυρώθηκε ως αποτέλεσμα κυρίως στα 13 χρόνια υπό την ηγεσία του Γιώργου Κώτσαλου στην Interamerican ο οποίος θήτευσε και στην ΕΑΕΕ επί τρεις περιόδους, αλλά συνεχίστηκε επί 5 χρόνια και με τον Γιάννη Καντώρο, παρά τις μεταβολές στις οργανωτικές αντιλήψεις και δομές, αφήνοντας “αύρα” και στην αγορά.

Αυτή η κατάσταση για εμένα δεν θα ήταν φρόνιμο να συνεχιστεί – ας συνεκτιμηθεί και η αναγκαιότητα της νομοτελειακής διαδοχής των γενεών. Δεν θα μπορούσα να γίνω “άλλος” και γι’ αυτό, ο κύκλος έπρεπε να κλείσει εδώ και σε κορύφωση, όχι σε κάμψη της καμπύλης. Όπως είχα επισημάνει και στην ανακοίνωση αυτής της ολοκλήρωσης, αναγνώρισα στον κατάλληλο χρόνο “τη μυστική βοή των πλησιαζόντων γεγονότων”, όπως είχε γράψει ο Κ. Π. Καβάφης.

Και πλέον, προσπαθώ να κάνω καθημερινότητά μου ό,τι μου ευχήθηκε στην ίδια ανακοίνωση και ο φίλος CEO της Interamerican: “να είμαι πάντα δημιουργικός και γενναιόδωρος, με τον συναισθηματικό και διανοητικό πλούτο που κατέχω” – με όσα με αντιπροσωπεύουν, τελοσπάντων.

Ως εξωτερικός παρατηρητής πλέον των διεργασιών των ασφαλιστικών, ποιες διαφορές εντοπίζετε στο συμβουλευτικό σας ρόλο; Τί είναι αυτό για το οποίο σας ρωτούν περισσότερο;

Χωρίς να έχω αναλάβει κάποιον επαγγελματικό ρόλο ή σχέση συμβούλου, είμαι πρέσβης και εν δυνάμει σύμβουλος σε τομείς που συντρέχουν με τις γνώσεις, τις αντιλήψεις, τις σκέψεις και τις αγωνίες μου, με τα ενδιαφέροντά μου. Συνεπώς, συνδέομαι οικεία βουλήσει και χωρίς συμφέροντα με οργανισμούς και κινήσεις που ενδιαφέρονται για την κοινωνία, το περιβάλλον, τη βιώσιμη ανάπτυξη που ταλαιπωρείται εννοιολογικά και μάλιστα, κάτω από την ομπρέλα του πολιτισμού με την ευρύτερη ερμηνεία του.

Πιστεύω πως αυτή η ομπρέλα θα πρέπει να απασχολεί και τον επιχειρηματικό κόσμο, καθώς τα πάντα -και η οικονομία, το επιχειρείν- παράγουν πολιτισμό.

Όταν με ρωτούν επιχειρήσεις για τη βιωσιμότητα, σε αυτό επιμένω. Να μην περιορίζονται, δηλαδή, σε μια τεχνική και διεκπεραιωτική διαχείριση των πραγμάτων, σε συμμορφώσεις με κανονισμούς και οδηγίες, αλλά να στερεώνουν τον σχεδιασμό και τη στρατηγική τους πάνω σε μια στοχαστική κοσμοθέαση, με την προοπτική ενός καλύτερου κόσμου όπου θα αθωώνεται ο άνθρωπος και θα δοξάζεται η κοινωνία.

Κατά κανόνα, υπάρχει στις επιχειρήσεις κάποια διατύπωση “οράματος”, τώρα έχουμε και την τάση του “purpose”. Ζητείται, ωστόσο, περιεχόμενο βάθους, καθώς συχνά αυτό εξαντλείται στα ρηχά, ως αποτέλεσμα μιας εργαλειοποίησης από το marketing των κλισέ.

Στα πιο βαθιά, η κινητήρια δύναμη είναι η παιδεία και η κουλτούρα, η δομημένη συγκρότηση και ακεραιότητα, οι ηθικές αξίες, οι αναφορές στην προοδευτική συνέχεια των πραγμάτων της ζωής και να προσθέσω ακόμη, η υπερβατική δυναμική ενός “ονείρου”: δηλαδή πίστη, επιθυμία και αφιέρωση. Αυτά συνθέτουν πολιτισμό και στο επιχειρείν, δεν είναι μια αναλώσιμη, περιστασιακή κατάσταση. Ισχύει πολύ περισσότερο για τις εταιρείες της ασφαλιστικής αγοράς, που οφείλουν να έχουν ενιαία, συνεκτική και αποτελεσματική την υψηλή κοινωνική αποστολή τους.

Τελικά μπορούν οι Έλληνες να αποκτήσουν αυτό που λέμε ασφαλιστική συνείδηση; Και στο ότι δεν έχουμε φτάσει στο επιθυμητό επίπεδο μέχρι σήμερα, πόσο ρόλο παίζει η εικόνα των εταιρειών και στο πώς επικοινωνούν την δουλειά τους σε σχέση με τα ίδια τα προϊόντα τους;

Στο ζήτημα αυτό, έχει παγιωθεί μέσα από την επίμονη επανάληψη η άποψη ότι η ασφαλιστική συνείδηση είναι το “κλειδί” για τη διείσδυση της ασφάλισης στην ευρύτερη κοινωνία. Κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες έχω εκφράσει με αρθρογραφία αλλά και σε κλαδικές συζητήσεις τις αντιρρήσεις μου γι’ αυτή τη μονοδιάστατη προσέγγιση, δίνοντας προτεραιότητα στο χτίσιμο της εμπιστοσύνης. Η επίκληση της ασφαλιστικής συνείδησης για τη στασιμότητα των ασφαλίσεων πετάει το μπαλάκι στους πολίτες και τούτο είναι υπεκφυγή.

Βεβαίως, τίθεται ζήτημα βασικής ασφαλιστικής εκπαίδευσης των πολιτών και οι πρακτικές των ασφαλιστικών εταιρειών δεν το έχουν σε προτεραιότητα, καθώς ορίζουν το κέντρο βάρους της επικοινωνίας τους στη διαφήμιση και την πώληση, προσπαθώντας να κεφαλαιοποιούν στις εντυπώσεις ανταγωνιστικά ή τιμολογιακά πλεονεκτήματα, καινοτομίες πραγματικές ή δήθεν, πελατοκεντρικότητα κ.λπ. και μάλιστα με καταχρηστικό επικοινωνιακό-γλωσσικό τρόπο. Σίγουρα, θα μπορούσαν να συνεισφέρουν περισσότερο στην καλλιέργεια ασφαλιστικής συνείδησης.

Ωστόσο, εκτιμώ ως βασική προτεραιότητα της αγοράς την ενίσχυση της αξιοπιστίας της ιδιωτικής ασφάλισης και της συνέπειας για την κατάκτηση της εμπιστοσύνης των πολιτών, μέσα από μια αδιάκοπη διαδικασία πειθούς.

Αυτό, σε συνδυασμό με πιο προσιτές για την τσέπη τους ασφαλιστικές υπηρεσίες, προϊόντα και οικοσυστήματα “νέας εμπειρίας”, για μια πιο ποιοτική ζωή. Εδώ, για την αξιοπιστία δεν αρκούν οι αναλύσεις των αναγκών, οι προθέσεις και τα διαφημιστικά μηνύματα που υπόσχονται “ασφαλιστικούς θησαυρούς ευζωίας”.

Η εμπιστοσύνη κερδίζεται με τη σταθερή σοβαρότητα που χτίζει σχέση ζωής μεταξύ ασφαλιστή και ασφαλισμένου, είναι ένα στοίχημα εν τοις πράγμασι. Η ασφάλιση δεν είναι μια εφήμερη υπόθεση, είναι “όρκος” μακράς σχέσης, που πρέπει να ανανεώνεται διαρκώς -πριν τα ετησίως ανανεούμενα συμβόλαια- ως βεβαιότητα αξίας.

Σε ό,τι αφορά στην εμπέδωση της εμπιστοσύνης, η ασφαλιστική αγορά του τόπου μας έχει να καλύψει δρόμο για ένα ενδογενές κενό, πράγμα που απαιτεί προσπάθεια, δεδομένου ότι μεταφέρει και πληγές από το παρελθόν, σκοτεινές κηλίδες που δεν υποχωρούν στη μνήμη με κανένα λευκαντικό.

Προς αυτή την κατεύθυνση κατά κύριο λόγο οφείλουν να κινούνται οι ασφαλιστικές εταιρείες και είναι γεγονός ότι από τον θεσμικό φορέα τελευταία γίνεται συστηματικά η προσπάθεια και έχει ξεκινήσει μια εξωστρεφής ανάδειξη των πειστηρίων.

No comment yet, add your voice below!


Add a Comment

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *