Skip to content

Underwriting ζωής: Νοσήματα του γεννητικού ή αναπαραγωγικού συστήματος

Συνεχίζουμε το αφιέρωμα στις παθήσεις που περιλαμβάνονται στο ερωτηματολόγιο υγείας, το οποίο καλείται να συμπληρώσει κάθε υποψήφιος ασφαλισμένος

342-300x169-150x150Γράφει η Λένα Γκρίτζια, Διευθύντρια Αποζημιώσεων & Εκτίμησης Κινδύνων Ζωής, Ατυχημάτων & Υγείας της Eurolife ERΒ.

Ερώτηση για νοσήματα του γεννητικού ή αναπαραγωγικού συστήματος

Γεννητικά όργανα ονομάζονται εκείνα τα μέρη του σώματος που προορισμό έχουν την αναπαραγωγή και την διαιώνιση του ανθρώπινου είδους. Τα γεννητικά όργανα του άνδρα και της γυναίκας είναι διαφορετικά μεταξύ τους και ανάλογα με τη θέση τους εντός ή εκτός του σώματος χαρακτηρίζονται σε εσωτερικά ή εξωτερικά γεννητικά όργανα.

Γεννητικό σύστημα του άνδρα, γενικές πληροφορίες:

Τα εξωτερικά όργανα του άνδρα είναι το πέος και το όσχεο (σάκος από δέρμα στον οποίο «φυλάσσονται» οι όρχεις), ενώ τα εσωτερικά είναι οι όρχεις, η επιδιδυμίδα, ο σπερματικός πόρος, η σπερματοδόχος κύστη και ο προστάτης.

Το πέος αποτελείται από τη βάλανο, το σώμα και τη ρίζα του πέους. Το σώμα του πέους καλύπτεται από λείο ελαστικό δέρμα που ονομάζεται πόσθη, η οποία καταλήγει στην ακροποσθία.

Οι όρχεις είναι δύο και επιτελούν δύο λειτουργίες οι οποίες είναι: α) η παραγωγή των ανδρικών ορμονών (κυριότερη αυτών είναι η τεστοστερόνη) και β) η παραγωγή των σπερματοζωαρίων.

Η επιδιδυμίδα βρίσκεται πάνω σε κάθε όρχι. Ολόκληρη η επιδιδυμίδα αποτελείται από ένα σωληνάριο με πολλές περιελίξεις που υπολογίζεται ότι φθάνει στα 7 μέτρα περίπου. Τα σπερματοζωάρια που εισέρχονται στην επιδιδυμίδα κάνουν τη διαδρομή αυτή των 7 μέτρων σε 12-14 ημέρες. Στη διάρκεια αυτή της διαδρομής τα σπερματοζωάρια δέχονται επιδράσεις με αποτέλεσμα την πλήρη ωρίμανσή τους και την ικανότητα για γονιμοποίηση.

Οι σπερματικοί πόροι αποτελούν την συνέχεια των επιδιδυμίδων, οι οποίοι μέσα από τον βουβωνικό σωλήνα εισέρχονται στην ελάσσονα πύελο και πίσω από την ουροδόχο κύστη το τελικό τους τμήμα διευρύνεται και σχηματίζεται μια πολύχωρη αμπούλα που λέγεται σπερματοδόχος λήκυθος, η οποία αποτελεί τη δεύτερη δεξαμενή ώριμων σπερματοζωαρίων. Στη συνέχεια ο σπερματικός πόρος, μετά την σπερματοδόχο λήκυθο, περνάει μέσα από τον προστάτη και εκβάλει στην ουρήθρα και αυτό το τελευταίο κομμάτι του σπερματικό πόρου ονομάζεται εκσπερματικός πόρος. Οι δύο εκσπερματικοί πόροι (ένας από κάθε όρχι-επιδιδυμίδα) εκβάλλουν πολύ κοντά ο ένας στον άλλο σε ένα σημείο της ουρήθρας που ονομάζεται σπερματικό λοφίδιο.

Οι σπερματοδόχοι κύστεις είναι δύο πολύχωροι σάκοι και βρίσκονται ανάμεσα των σπερματοδόχων λήκυθων και των εκσπερματιστικών πόρων. Οι σπερματοδόχοι κύστεις είναι αδένες που εκκρίνουν ένα υγρό που αποτελείται από φρουκτόζη για την τροφή των σπερματοζωαρίων και μία ουσία η οποία βοηθά στην πήξη του σπέρματος μετά την εκσπερμάτιση. Έχει αποδειχθεί ένα σπέρμα φτωχό σε όγκο ή φτωχό σε φρουκτόζη ή που δεν πήζει μετά την εκσπερμάτιση, σημαίνει πρόβλημα στις σπερματοδόχους κύστεις.

Η ουρήθρα εκτός από την εκκένωση της ουροδόχου κύστης από τα ούρα (όπως περιγράφηκε στην ενότητα του ουροποιητικού συστήματος) έχει ως αποστολή και τη μεταφορά του σπέρματος προς τα έξω και συγκεκριμένα την εναπόθεση του σπέρματος κοντά στον τράχηλο της μήτρας της γυναίκας.

Ο προστάτης βρίσκεται ακριβώς κάτω από την ουροδόχο κύστη και αποτελείται από πολλούς αδενικούς σχηματισμούς. Το υγρό που εκκρίνουν οι αδένες του προστάτη προσφέρουν όγκο στο σπέρμα αλλά και διάφορες ουσίες και ένζυμα από τα οποία το σημαντικότερο είναι εκείνο που προκαλεί την ρευστοποίηση του σπέρματος. Συνήθως μετά την ηλικία των πενήντα ετών μεγαλώνει και δημιουργεί δυσκολία στην ούρηση.

Κυριότερες παθήσεις του ανδρικού γεννητικού συστήματος

Φίμωση:

Η φίμωση είναι συγγενής ή επίκτητη και αφορά στη στένωση του στομίου της ακροποσθίας δηλαδή του δέρματος που καλύπτει τη βάλανο (κεφαλή του πέους), με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η αποκάλυψη της βαλάνου με έλξη της ακροποσθίας προς τη βάση του πέους. Αυτό είναι εφικτό στη διάρκεια του δεύτερου ή τρίτου έτους της ζωής του αγοριού.

Στους ενήλικες η φίμωση είναι μία πολύ σοβαρή κατάσταση διότι η αδυναμία της αποκάλυψης της βαλάνου έχει την επικινδυνότητα να αναπτυχθούν καρκινώματα στο πέος. Επίσης υπάρχει κίνδυνος να συμβεί παραφίμωση η οποία μπορεί να επιφέρει και νέκρωση του πέους.

Η αντιμετώπιση της φίμωσης είναι χειρουργική.

Κρυψορχία:

Πρόκειται για μια συγγενή ανωμαλία κατά την οποία οι όρχεις (είτε και οι δύο, είτε ο ένας) δεν κατεβαίνουν από την κοιλιά, μέσα στην οποία βρίσκονται μέχρι τον 7ο μήνα της κύησης, ώστε να βρεθούν στο όσχεο κατά την γέννηση.

Οι όρχεις κανονικά ζουν εντός του όσχεου σε μια θερμοκρασία 34ο C. Όταν οι όρχεις ευρίσκονται υψηλότερα, εκτίθενται σε υψηλότερες θερμοκρασίες, της τάξης των 37ο C. Η διαφορά αυτή της θερμοκρασίας προκαλεί ατροφία των κυττάρων που δημιουργούν το σπέρμα σε μεγαλύτερη ηλικία, με αποτέλεσμα αυτό να είναι αλλοιωμένο.

Η υπερθέρμανση επίσης αυτή των όρχεων μεγαλώνει το ποσοστό ανάπτυξης κακοηθών όγκων στους όρχεις.

Η αντιμετώπιση της κρυψορχίας είναι χειρουργική και συνήθως γίνεται στα πρώτα 2 έτη του ζωής του αγοριού ώστε να διατηρηθεί η γονιμότητα.

Συστροφή όρχεως:

Συμβαίνει όταν ο όρχις πραγματοποιεί περιστροφή γύρω από τον εαυτό του πάνω από 180ο με αποτέλεσμα να στρίβει και ο σπερματικός τόνος από τον οποίο κρέμεται. Όμως επειδή από τον σπερματικό τόνο περνάνε οι αρτηρίες, τα νεύρα, οι φλέβες με την συστροφή διακόπτεται η παροχή του αίματος και υπάρχει κίνδυνος, αν δεν αντιμετωπισθεί άμεσα χειρουργικά, να προκληθεί η νέκρωση ή η ατροφία του όρχεως.  

Κιρσοκήλη:

Πρόκειται για διάταση των φλεβών του όρχεως δηλαδή πρόκειται για φλεβική ανεπάρκεια, όπως συμβαίνει με τους κιρσούς στα πόδια. Η φλεβική αυτή ανεπάρκεια έχει ως αποτέλεσμα να εμποδίσει την ομαλή ανάπτυξη του όρχι που πάσχει ή και να επηρεάσει το σπέρμα και κατά συνέπεια την γονιμότητα. Η θεραπεία της κιρσοκήλης είναι χειρουργική.

Υδροκήλη:

Ο όρχις βρίσκεται μέσα στο όσχεο (τη σακούλα δηλαδή που εμπεριέχει τους 2 όρχεις) και περιβάλλεται από μία ελάχιστη ποσότητα υγρού, η οποία μένει σταθερή μέσω της διαδικασίας της παραγωγής και της επαναρρόφησης. Όμως σε κάποιες περιπτώσεις το υγρό αυτό αυξάνεται και προκαλεί διόγκωση στο όσχεο. Η συλλογή αυτή του υγρού γύρω από τον όρχι ονομάζεται υδροκήλη.

Η υδροκήλη εμφανίζεται συχνά στα νεογνά και ιδιαίτερα στον πρώτο χρόνο της ζωής τους, εμφανίζεται όμως και στα μεγαλύτερα αγόρια αλλά και στους άνδρες.

Στα νεογνά και στα μικρά αγόρια η υδροκήλη μπορεί να σχηματιστεί κατά την ενδομήτρια ζωή. Όπως έχει αναφερθεί παραπάνω, οι όρχεις είναι μέσα στην κοιλιά και κατεβαίνουν στο όσχεο μαζί με το σάκο που τους περιβάλλει εντός του οποίου περιέχεται η ποσότητα του υγρού. Το στόμιο του σάκου προς την κοιλιά κάποια στιγμή κλείνει και το υγρό απορροφάται στο πρώτο έτος της ζωής. Όταν αυτό δεν συμβεί το υγρό παραμένει στο χώρο μεταξύ του οσχέου και όρχεως και δημιουργεί κατ’ αυτόν τον τρόπο την υδροκήλη.

Στους ενήλικες η υδροκήλη αναπτύσσεται λόγω φλεγμονής ή τραυματισμού του όρχεως και κάποιες φορές ως επιπλοκή του χειρουργείου για κιρσοκήλη.

Πολλές φορές η υδροκήλη υποχωρεί από μόνη της αλλά υπάρχουν περιπτώσεις που απαιτείται χειρουργική αποκατάσταση και το ποσοστό επανεμφάνισής της είναι υψηλό.

Παθήσεις του προστάτη: Σχετικά με τον προστάτη δείτε αναλυτικά στην ενότητα που αφορά στα «Νοσήματα του ουροποιητικού συστήματος»

Ερωτήσεις προς τον υποψήφιο για ασφάλιση σχετικά με νοσήματα του γεννητικού συστήματος του άνδρα:

  • Ζητείται η ακριβής διάγνωση της νόσου.
  • Αν έχει υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση. Αν ναι, ερωτάται πότε πραγματοποιήθηκε η χειρουργική επέμβαση και ζητείται παράλληλα το ενημερωτικό σημείωμα του νοσοκομείου.
  • Ζητείται απεικονιστικός έλεγχος (π.χ. υπερηχογράφημα ή τρίπλεξ οσχέου).

Γεννητικό σύστημα της γυναίκας, γενικές πληροφορίες

Το γεννητικό σύστημα της γυναίκας αποτελείται από τα έσω γεννητικά όργανα στα οποία ανήκουν ο κόλπος, η μήτρα, οι σάλπιγγες και οι ωοθήκες και στα έξω γεννητικά όργανα στα οποία ανήκει το αιδοίο. Επίσης στο γεννητικό σύστημα ανήκουν και οι μαστοί της γυναίκας.

Τα παραπάνω αναφερόμενα όργανα είναι υπεύθυνα για την παραγωγή των ωαρίων στις ωοθήκες, οι οποίες παράγουν επίσης τις γυναικείες ορμόνες την οιστραδιόλη και την προγεστερόνη, προετοιμάζουν το έδαφος για την εμφύτευση του ωαρίου, καθιστούν δυνατό τον τοκετό και θρέφουν το βρέφος. Αν το ωάριο δεν γονιμοποιηθεί τότε εμφανίζεται η έμμηνος ρύση.

Οι μαστοί αποτελούνται από λιπώδη ιστό, ο οποίος περιέχει αδένες (όλοι μαζί σχηματίζουν τον μαζικό αδένα και παράγουν γάλα στα τελευταία στάδια της εγκυμοσύνης και μετά τον τοκετό), γαλακτοφόρους πόρους (που μεταφέρουν το γάλα από τους αδένες προς τη θηλή), λίπος, αγγεία, ινώδη ιστό και νεύρα. Η μορφολογία των μαστών αλλάζει ανάλογα με τις ορμονικές μεταβολές που παρατηρούνται στην εφηβεία, την μηνιαία περίοδο, την κύηση και την γαλουχία.

Κυριότερες Παθήσεις του γυναικείου γεννητικού συστήματος

Καλοήθεις όγκοι της μήτρας:

Στους καλοήθεις όγκους της μήτρας εντάσσονται τα ινομυώματα και οι πολύποδες ενδομητρίου.

Τα ινομυώματα (ονομάζονται και λειομυώματα) είναι καλοήθεις όγκοι που αναπτύσσονται στο μυϊκό στρώμα της μήτρας και πολύ σπάνια μεταλλάσσονται σε κακοήθεια. Αντιμετωπίζονται κυρίως χειρουργικά (ινομυωματεκτομή) και είναι δυνατόν να επανεμφανισθούν.

Οι πολύποδες είναι καλοήθεις μάζες που εντοπίζονται στο εσωτερικό τοίχωμα της μήτρας, ή στον τράχηλο της μήτρας και το μέγεθός τους ποικίλει από μερικά χιλιοστά μέχρι λίγα εκατοστά. Συχνά δεν προκαλούν συμπτώματα και ανακαλύπτονται σε τυχαίο ιατρικό έλεγχο, όμως μπορεί να προκαλέσουν μητρορραγία (αιμορραγία).

Οι πολύποδες αφαιρούνται χειρουργικά (απόξεση μήτρας με ή χωρίς υστεροσκόπηση).

Οι πολύποδες σπάνια εξαλλάσσονται σε καρκίνο, αλλά στην περίπτωση που στην ιστολογική εξέταση εντοπισθούν καρκινικά κύτταρα τότε συστήνεται η χειρουργική αφαίρεση της μήτρας (υστερεκτομή).

Κακοήθεις όγκοι της μήτρας:

Συνήθως πρόκειται για τον καρκίνο του ενδομητρίου (της επένδυσης της μήτρας ), του τραχήλου της μήτρας (ο τράχηλος βρίσκεται στο κάτω στενότερο μέρος της μήτρας στο σημείο που ενώνει την μήτρα με τον κόλπο), τον καρκίνο των ωοθηκών ή το σάρκωμα.

Ο καρκίνος του τραχήλου είναι πολύ συχνότερος από τον καρκίνο του ενδομητρίου.

Το σάρκωμα είναι ο καρκίνος του σώματος της μήτρας, μεγάλης κακοήθειας. Οι κακοήθεις όγκοι της μήτρας αντιμετωπίζονται κυρίως χειρουργικά και ανάλογα του βαθμού κακοήθειας συστήνονται ακτινοθεραπείες ή και χημειοθεραπείες.

Καλοήθεις και κακοήθεις όγκοι των ωοθηκών:

Στις ωοθήκες είναι δυνατόν να αναπτυχθούν πολλών ειδών κυστικοί και συμπαγείς όγκοι. Οι όγκοι αυτοί είναι καλοήθεις, κακοήθεις ή και ενδιάμεσης κακοήθειας. Ο συχνότερος τύπος είναι ο επιθηλιακός καρκίνος που προέρχεται από την εξαλλαγή των φυσιολογικών κυττάρων του επιθηλίου δηλαδή της μεμβράνης που περιβάλλει την ωοθήκη.

Στις περισσότερες των παραπάνω περιπτώσεων η θεραπεία είναι χειρουργική.

Ερωτήσεις προς την υποψήφια για ασφάλιση σχετικά με παθήσεις μήτρας και ωοθηκών:

  • Ζητείται η ακριβής διάγνωση της νόσου.
  • Εφόσον η υποψήφια προς ασφάλιση έχει υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση ζητείται το ενημερωτικό σημείωμα του νοσοκομείου καθώς και το αποτέλεσμα της ιστολογικής εξέτασης.
  • Ζητείται πρόσφατο υπερηχογράφημα έσω γεννητικών οργάνων.
  • Στην περίπτωση που βάσει του αποτελέσματος της ιστολογικής εξέτασης, έχει διαπιστωθεί κάποιος βαθμός κακοήθειας, εκτός των ανωτέρω, ζητούνται αποτελέσματα ιατρικών εξετάσεων όπως π.χ. αξονική ή μαγνητική τομογραφία άνω – κάτω κοιλίας, καρκινικοί δείκτες (CEA, CA-125 κ.λ.π.), Pap-test κ.α.

Καλοήθεις όγκοι των μαστών:

Κύστεις: Πρόκειται για σάκους που είναι γεμάτοι με υγρό που συνήθως είναι κινητοί και επώδυνοι. Είναι δυνατόν να απορροφηθούν, αν όχι τότε θεραπεύονται με την αφαίρεση του υγρού το οποίο αποστέλλεται για κυτταρολογική εξέταση. Ένα μεγάλο ποσοστό των κύστεων δημιουργούνται ξανά.

Ινοαδενώματα: Πρόκειται για καλοήθεις όγκους οι οποίοι αποτελούνται από ινώδη και αδενικό ιστό. Ανάλογα με το μέγεθος του όγκου προτείνεται η χειρουργική αφαίρεσή τους.

Κακοήθεις όγκοι των μαστών:

Ο καρκίνος του μαστού είναι η πιο συχνή μορφή καρκίνου στις γυναίκες και όπως συμβαίνει με όλους τους καρκίνους κάποια στιγμή αντί τα φυσιολογικά κύτταρα να διαιρούνται και να αυξάνονται με οργανωμένο τρόπο χάνεται αυτή η ικανότητα και δημιουργούντα καρκινικά κύτταρα, τα οποία αυξάνονται με ανεξέλεγκτο τρόπο και μεγαλώνοντας εμποδίζουν την φυσιολογική λειτουργία του οργανισμού.

Ανάλογα με τον βαθμό κακοήθειας αλλά και την εξάπλωση αυτού η αποθεραπεία είναι χειρουργική με ογκεκτομή (αφαίρεση μέρος του μαστού), ολική μαστεκτομή ενός ή και των δύο μαστών.

Ερωτήσεις προς την υποψήφια για ασφάλιση σχετικά με παθήσεις μαστών:

  • Ζητείται η ακριβής διάγνωση της νόσου.
  • Εφόσον η υποψήφια προς ασφάλιση έχει υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση ζητείται το ενημερωτικό σημείωμα του νοσοκομείου καθώς και το αποτέλεσμα της ιστολογικής εξέτασης.
  • Ζητείται πρόσφατο υπερηχογράφημα μαστών καθώς και μαστογραφία.
  • Στην περίπτωση που βάσει του αποτελέσματος της ιστολογικής εξέτασης έχει διαπιστωθεί κάποιος βαθμός κακοήθειας εκτός των ανωτέρω, ζητούνται αποτελέσματα ιατρικών εξετάσεων όπως π.χ. αξονική ή μαγνητική άνω – κάτω κοιλίας, καρκινικοί δείκτες και ειδικά CA 15-3, αξονική τομογραφία θώρακος κ.α.

Σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα (αφορούν και τα δύο φύλα):

Είναι τα νοσήματα που μεταδίδονται από άνθρωπο σε άνθρωπο με την σεξουαλική επαφή. Κάποια από αυτά μπορούν να μεταδοθούν με απλή σωματική επαφή ενώ άλλα χρειάζονται πλήρη και στενή σεξουαλική επαφή. Τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα είναι πάρα πολλά αλλά παρακάτω θα αναφερθούν τα κυριότερα από αυτά.

Ιογενής ηπατίτιδα τύπου Β και C:

Τόσο η ηπατίτιδα τύπου Β όσο και η τύπου C είναι δυνατόν να μεταδοθούν με το αίμα, το σπέρμα, τις κολπικές εκκρίσεις, το σάλιο και άλλα υγρά του σώματος και είναι μία μολυσματική ασθένεια του ήπατος. Όσον αφορά στην πρόληψή τους αυτή τη στιγμή υπάρχει αποτελεσματικό εμβόλιο μόνο για την ηπατίτιδα Β, ενώ για την ηπατίτιδα C ο μόνος τρόπος πρόληψης είναι η λήψη προφυλάξεων. Η βαρύτητα τους είναι μεγάλη διότι συνδέονται με την κίρρωση ήπατος και τον ηπατοκυτταρικό καρκίνο. Τονίζεται επίσης ότι πολλές φορές πρόκειται για χρόνιες λοιμώξεις, που ενώ στο στάδιο του φορέα δεν δίνουν κανένα σύμπτωμα και η διάγνωση τους γίνεται μόνο αιματολογικά, η μεταδοτικότητα τους παραμένει υψηλή. Η διάγνωση της ηπατίτιδας γίνεται με αιματολογικές εξετάσεις για τον καθορισμό του τύπου της ηπατίτιδας και με επιμέρους ειδικές εξετάσεις αίματος.

Ερωτήσεις προς τον υποψήφιο για ασφάλιση σχετικά με την ηπατίτιδα τύπου Β ή C:

  • Ερωτάται ο υποψήφιος προς ασφάλιση πότε διαγνώστηκε η λοίμωξη από ηπατίτιδα και ζητούνται τα αποτελέσματα των εξετάσεων της πρώτης διάγνωσης.
  • Ερωτάται ποιο είδος φαρμακευτικής αγωγής έλαβε, για πόσο χρονικό διάστημα την έλαβε, πότε ολοκληρώθηκε καθώς και την έκβαση αυτής. (Τα κέντρα που αναλαμβάνουν την θεραπευτική αντιμετώπιση της ηπατίτιδας Β ή C, κατά κανόνα, έχουν στο αρχείο τους αναλυτικό ιστορικό, το οποίο μπορεί να προσκομίσει ο υποψήφιος προς ασφάλιση με μια ιατρική βεβαίωση).
  • Ζητείται πρόσφατος απεικονιστικός έλεγχος του ήπατος (υπερηχογράφημα, αξονική ή μαγνητική τομογραφία).
  • Ζητούνται εξετάσεις αίματος που περιλαμβάνουν τρανσαμινάσες, χολερυθρίνη ολική και άμεση, καθώς και χρόνους πήξης (PT, INR, APTT).
  • Για την ηπατίτιδα τύπου Β, ζητείται ειδικός ιολογικός έλεγχος, όπως: Αυστραλιανό αντιγόνο HBsAg, anti-HBsAg, anti-HBc, anti-HBe, ΗBe, HBV-DNA.
  • Για την ηπατίτιδα τύπου C, ζητείται ειδικός ιολογικός έλεγχος, όπως: anti-HCV, HCV RNA καθώς και ιικό φορτίο ηπατίτιδας C.

Ιός HPV:

Πρόκειται για των ιό των ανθρώπινων θηλωμάτων που στην πραγματικότητα αφορά σε μία ομάδα DNA-ιών, γνωστών ως HPV (Human Papilloma Viruses). Επισημαίνεται ότι η μόλυνση από τους συγκεκριμένους ιούς δεν σημαίνει απαραίτητα και εκδήλωση της νόσου. Κάποιοι ιοί από αυτούς προκαλούν καλοήθεις εκδηλώσεις στα έξω γεννητικά όργανα και στον πρωκτό όπως είναι τα κονδυλώματα, ενώ άλλοι εντοπίζονται στους καρκίνους του τραχήλου της μήτρας, του κόλπου, των έξω γεννητικών οργάνων καθώς στο στόμα και τον φάρυγγα. Για την πρόληψη του ιού, πέρα από τα μέτρα προφύλαξης πλέον έχει αναπτυχθεί εμβόλιο που προστατεύει έναντι των περισσότερων υποτύπων του.

Επειδή εκτός των κονδυλωμάτων οι υπόλοιπες βλάβες δεν είναι ορατές με γυμνό οφθαλμό υπάρχουν συγκεκριμένες εξετάσεις που συστήνονται όπως είναι το Pap-test, ειδικά αντισώματα στο αίμα, ιστολογική εξέταση κ.λ.π.

Ερωτήσεις προς τον υποψήφιο για ασφάλιση σχετικά με τον ιό HPV:

  • Αν έχει νοσήσει από τον ιό HPV.
  • Αν ναι, ποιά ήταν η ιατρική αντιμετώπιση.
  • Αν έχει γίνει χειρουργική αφαίρεση ζητείται το ιατρικό σημείωμα του νοσοκομείου και το πόρισμα της ιστολογικής εξέτασης.
  • Αν ο υποψήφιος προς ασφάλιση είναι γυναίκα, ζητείται πόρισμα πρόσφατου Pap-test.

No comment yet, add your voice below!


Add a Comment

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *