Skip to content

Γιατί οι ασφαλιστικές κερδίζουν τις αγωγές για τον κορονοϊό

Του Stephen L. Carter*

Θυμάστε τον περσινό “θόρυβο” γύρω από το εάν οι πάροχοι ασφαλιστικής κάλυψης για διακοπή επιχειρηματικής δραστηριότητας “λόγω ανωτέρας βίας” θα έπρεπε να πληρώσουν όταν οι περιορισμοί λόγω της Covid-19 ανάγκαζαν τους ιδιοκτήτες των επιχειρήσεων να τις κλείσουν;
Η ετυμηγορία έχει ήδη εκδοθεί… και δεν ήταν καλή για τους ιδιοκτήτες. Στην πραγματικότητα, σύμφωνα με τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια, η οποία έχει αναπτύξει ένα εργαλείο για την παρακολούθηση των δικαστικών διαφορών οι οποίες σχετίζονται με τον Covid, οι ασφαλιστές έχουν κερδίσει συντριπτικά.

Απλώς δεν καλύπτονται

Η διαμάχη προέκυψε αφότου οι περισσότερες πολιτειακές κυβερνήσεις στις ΗΠΑ απάντησαν στο ξέσπασμα της πανδημίας με εντολές για shutdown. Πολλοί ιδιοκτήτες επιχειρήσεων ζήτησαν από τους ασφαλιστές τους να τους αποζημιώσουν για το χαμένο εισόδημα,  ωστόσο οι αιτήσεις τους απορρίπτονταν σταθερά και μονότονα. Οι ιδιοκτήτες επιχειρήσεων ασκούσαν τότε ένδικα μέσα – και είχα προβλέψει από τη συγκεκριμένη στήλη ότι βασικά θα έχαναν. Τα περισσότερα ασφαλιστήρια συμβόλαια για διακοπή επιχειρηματικής δραστηριότητας απλούστατα δεν καλύπτουν την περίπτωση ξεσπάσματος πανδημιών.

Ο αριθμός αγωγών για ζητήματα ασφάλισης οι οποίες σχετίζονται με τον Covid είναι τετραψήφιος και η βάση δεδομένων του Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια καλύπτει μόνον εκείνες στις οποίες το δικαστήριο έχει αποφανθεί επί της αίτησης απόρριψης από πλευράς του εναγομένου (ή στο αίτημά του για συνοπτική απόφαση). Ωστόσο, το μοτίβο είναι σαφές.

Από τις 187 υποθέσεις σε αμερικανικό ομοσπονδιακό δικαστήριο όπου ο δικαστής έχει αποφανθεί σχετικά με την πρόταση του ασφαλιστή να απορρίψει την αγωγή απαγορεύοντας ταυτόχρονα στον ενάγοντα να υποβάλει ανάλογη στο μέλλον, οι ασφαλιστές έχουν κερδίσει το 76%. Σε αρκετές ακόμη περιπτώσεις, το δικαστήριο έχει αποφασίσει μια πιο περιορισμένη απόρριψη των αγωγών. Μόνο στο 8% των υποθέσεων έχει απορριφθεί η πρόταση απόρριψης του ασφαλιστή.

Αυτό το μοτίβο ισχύει ασχέτως του εάν το εν λόγω ασφαλιστήριο συμβόλαιο περιέχει ή όχι ρητώς τον αποκλεισμό βλαβών που προκαλούνται από ιούς. Οι ενάγοντες τα έχουν καταφέρει κάπως καλύτερα στα πολιτειακά δικαστήρια, ωστόσο περίπου το 70% των αξιώσεων τους έχουν κατατεθεί ή “μεταφερθεί” σε ομοσπονδιακό δικαστήριο. (Γιατί οποιοσδήποτε ενάγων να προτιμά τα ομοσπονδιακά δικαστήρια παραμένει ερωτηματικό, δεδομένου ότι τα πολιτειακά δικαστήρια στέκονται – από παράδοση – πολύ πιο “φιλικά”).

“Αιτία ο ιός”

Οι ευκολότερες υποθέσεις προς απόρριψη ήταν εκείνες όπου η ασφαλιστική πολιτική εξαιρεί την κάλυψη διακοπής δραστηριότητας η οποία προκαλείται από ιούς. Ωστόσο, οι ιδιοκτήτες υποστηρίζουν ότι ήταν οι εντολές έκτακτης ανάγκης των πολιτειών και όχι ο ίδιος ο κορονοϊός που ανάγκασαν την επιχείρησή τους να κλείσει. Αυτό το επιχείρημα ηττάται αδιαλείπτως. Όπως ανέφερε Αμερικανός ομοσπονδιακός δικαστής στα μέσα Μαρτίου, εάν οι εντολές για shutdown οφείλονταν στον ιό, τότε ο ιός αποτέλεσε “την κυρίαρχη αιτία που προκάλεσε την απώλεια εισοδήματος”.

Ακόμη και όταν η πολιτική ασφαλιστικών καλύψεων δεν περιλαμβάνει ρητό αποκλεισμό των ιών, οι αγωγές τείνουν να απορρίπτονται, επειδή τα δικαστήρια τηρούν την παραδοσιακή ερμηνεία του νόμου, ότι δηλαδή η ασφάλιση κατά διακοπής επιχειρηματικής δραστηριότητας καλύπτει απώλειες εισοδήματος μόνο όταν έχει υπάρξει υλική ζημία (όπως συμβαίνει σε μια πυρκαγιά), όχι όμως όταν οι εγκαταστάσεις μιας επιχείρησης παραμένουν ανέπαφες.

Γιατί λοιπόν τόσες πολλές αγωγές; Από τη δεκαετία του 1980, οι νομικοί μελετητές έχουν αποδεχθεί γενικά ότι σε έναν κόσμο γεμάτο πληροφορία και ενημέρωση, οι αστικές υποθέσεις που θα προέκυπταν θα ήταν λίγες έως ελάχιστες, καθώς όλοι θα μπορούσαν να προβλέψουν τον νικητή. Έτσι, οι ενάγοντες θα υπέβαλαν λίγες αγωγές και εκείνες που θα υποβάλλονταν, σε τελική ανάλυση, θα διευθετούνταν μέσω συμβιβασμών.

Αποκλίνουσες προσδοκίες

Ωστόσο η θεωρία δεν λειτουργεί πάντα στον πραγματικό κόσμο. Γιατί όχι; Μια απάντηση, γνωστή ως το “μοντέλο αποκλινουσών προσδοκιών”, προβλέπει ότι οι πρώτοι ενάγοντες θα μπορούσαν να αρχίσουν να υποβάλουν τις αγωγές τους με αισιοδοξία, ωστόσο εάν έχαναν συχνότερα απ’ ό,τι κέρδιζαν, αργότερα τα μέρη που θα μπορούσαν να ασκήσουν ένδικα μέσα για το ίδιο θέμα θα επέλεγαν να μην σπαταλήσουν τους πόρους τους.

Τα στοιχεία της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια μάς επιβεβαιώνουν ότι αυτό ακριβώς συνέβη με τις αγωγές περί  διακοπής επιχειρηματικής δραστηριότητας. Οι υποβολές κορυφώθηκαν στα τέλη Απριλίου 2020, παρέμειναν υψηλές σε αριθμό έως τις αρχές του καλοκαιριού και στη συνέχεια μειώθηκαν γρήγορα. Ο όγκος τους κατά την τελευταία εβδομάδα του Φεβρουαρίου 2021 ήταν περίπου στο ένα πέμπτο του επιπέδου τους στην κορύφωση της πανδημίας.

Αυτό συνάδει με το μοντέλο αποκλινουσών προσδοκιών. Οι πιθανοί ενάγοντες διαθέτουν τώρα περισσότερες πληροφορίες: γνωρίζουν ότι οι πιθανότητες να κερδίσουν είναι μικρές.

Δεν στέκομαι αδιάφορος έναντι των ιδιοκτητών επιχειρήσεων των οποίων οι απώλειες δεν πρόκειται να αποζημιωθούν, ωστόσο η σχετική κατάληξη ήταν προβλέψιμη. Κανείς δεν φαντάζεται πραγματικά ότι οι ασφαλιστές είχαν σκοπό ή διάθεση να καλύψουν απώλειες λόγω πανδημίας.

Ο πανδημικός κίνδυνος είναι “εξαιρετικά συσχετισμένος” – που σημαίνει ότι η διαφοροποίηση είναι δύσκολη, διότι το γεγονός επηρεάζει όχι μόνο τόσο πολλούς ασφαλισμένους, αλλά ταυτόχρονα βλάπτει τις επενδύσεις αντιστάθμισης του ασφαλιστή. Θεωρητικά είναι δυνατή η αντιστάθμιση κινδύνου πανδημίας μέσω ενός σωστά επιλεγμένου χαρτοφυλακίου, στην πράξη όμως πιθανότατα θα αποδεικνυόταν δύσκολη. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο λίγες εταιρείες προσφέρουν καλύψεις κατά πανδημιών, ενώ εκείνοι που θέλουν να ασφαλιστούν ενάντια στον πανδημικό κίνδυνο συχνά αναγκάζονται να καταφεύγουν στην πολύ λιγότερο ρυθμισμένη αγορά ασφαλίσεων E&S (Excess & Surplus Lines).

Υπάρχει χώρος για “ασφάλιση κατά μιας πανδημίας”;

Είναι αλήθεια ότι, εάν ήταν δυνατόν να παρακαμφθούν αυτά τα εμπόδια, θα ήταν ευπρόσδεκτη μια ιδιωτική αγορά πανδημικής ασφάλισης. Η ασφάλιση έχει γίνει, σύμφωνα με τα λόγια της κοινωνιολόγου Carol Heimer, “ένα από τα κύρια ρυθμιστικά ιδρύματα των σύγχρονων κοινωνιών”. Έχουμε την τάση να θεωρούμε ότι η ασφάλιση προωθεί τον ηθικό κίνδυνο, ωστόσο πρόσφατη βιβλιογραφία επί του ζητήματος εκτιμά ότι με την παροχή κινήτρων για τη λήψη προφυλάξεων, η ασφάλιση μπορεί στην πραγματικότητα να ελαχιστοποιεί τον κίνδυνο και να ενισχύει την επιχειρηματική αξία.

Ακόμη όμως και με δεδομένο ότι η τρέχουσα κατάσταση έκτακτης ανάγκης σιγά σιγά υποχωρεί, μια ιδιωτική αγορά μοιάζει απίθανο να “ξεπεταχτεί” εάν δεν υπάρχει κρατική – κυβερνητική υποστήριξη. Τουλάχιστον αυτή φαίνεται να είναι η άποψη των στελεχών του ασφαλιστικού κλάδου στις ΗΠΑ, τα οποία αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό το κατά πόσο η ασφάλιση κατά απωλειών πανδημίας, εάν διατίθετο, θα αγοραζόταν ευρέως – ειδικά εάν η κρίση της Covid-19 και του συνακόλουθου shutdown θεωρηθεί από τις επιχειρήσεις ως φαινόμενο που εκδηλώνεται μία και μοναδική φορά στη ζωή του κάθε ανθρώπου.

Το κράτος θα μπορούσε να παρέμβει. Ωστόσο μια δημόσια ασφάλιση στο μοντέλο των προγραμμάτων για ζημίες από τρομοκρατία ή για τον κίνδυνο πλημμυρών φαίνεται απίθανο για τον ίδιο λόγο που κάνει τις ιδιωτικές εταιρείες διστακτικές: η σχεδόν πλήρης αδυναμία διάχυσης του εξαιρετικά συσχετισμένου κινδύνου. Αντ’ αυτού, λοιπόν, αντιμετωπίζουμε τις οικονομικές απώλειες μέσω νομοσχεδίων εκτεταμένων κρατικών δαπανών, παρόλο που οι δαπάνες δεν ακολουθούν ακριβώς το περίγραμμα των απωλειών.

Τελικά ποιος πληρώνει;

Ας δούμε λοιπόν: έχουμε απώλειες επιχειρηματικού εισοδήματος λόγω διακοπής λειτουργίας κατ’ εντολή της κυβέρνησης και κανείς δεν πληρώνει το λογαριασμό, εκτός εάν ο εν λόγω κλάδος έχει ισχυρούς φίλους στο πολιτικό σύστημα. Οι αγωγές είναι άχρηστες, καθώς τα ασφαλιστήρια συμβόλαια δεν προσφέρουν σχετική κάλυψη και δεν πρόκειται να υπάρξει σύντομα δημόσια ασφαλιστική εναλλακτική.

Μήπως η απάντηση είναι το “Τι να γίνει, η ζωή είναι δύσκολη”; Ας ελπίσουμε πως όχι. Σε έναν τέλειο κόσμο, οι επιχειρήσεις θα κατηύθυναν τις αγωγές τους εναντίον της οντότητας που προκάλεσε τις απώλειες – σε αυτήν την περίπτωση, αναμφισβήτητα ενάντια στο κράτος.

Δυστυχώς, αυτές οι αγωγές πιθανότατα θα απορρίπτονταν λόγω ασυλίας του κράτους, σε πολιτειακό και εθνικό επίπεδο. Κι αυτό είναι κρίμα. Θα ήθελα πολύ να δω το πώς θα ξεδίπλωναν οι αρχές την νομική επιχειρηματολογία τους για την “ανωτέρα βία” που οδήγησε στην επιβολής των μέτρων περιορισμού.

*Αναδημοσίευση από το Capital.gr της 24/3/2021

No comment yet, add your voice below!


Add a Comment

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *